Παρασκευή 14 Αυγούστου 2020

Γηροκόμηση, γεροντοκτονία και ευθανασία.


Ένα βασικό κριτήριο του πολιτισμικού επιπέδου των κοινωνιών είναι ο τρόπος που αυτές αντιμετωπίζουν τα γηραιά τους μέλη (όπως επίσης και όλες τις άλλες ομάδες αδυνάτων), ένα ζήτημα με μακραίωνη ιστορία προβληματισμών και διαφοροποιήσεων είτε προερχόμενων από τις εκάστοτε εξωτερικές συνθήκες (κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές, περιβαλλοντολογικές)  οι οποίες μπορεί να διαμορφώνουν τα πλαίσια αντιμετώπισης, είτε από τις ίδιες πολιτισμικές βάσεις οι οποίες καθορίζουν ηθικά και αποδεκτά πλαίσια συμπεριφοράς. 

Γονεῖς αἰδοῦ το 4ο Δελφικό παράγγελμα. 

Στον Μεσογειακό χώρο η μέχρι σήμερα αποδεκτή ηθική είναι πως τα παιδιά οφείλουν στο μέτρο του δυνατού (και πολύ συχνά είς βάρος της προσωπικής τους ποιότητας ζωής ) να γηροκομούν τους γονείς τους ενώ το κοινωνικό κράτος σε όσες χώρες υπάρχει οφείλει να παρέχει υποστηρικτικές υπηρεσίες για όσους δεν τυγχάνουν τέτοιας προσοχής από οικεία τους πρόσωπα. Την ίδια στιγμή σε άλλες περιοχές και σε άλλες χώρες οι άνθρωποι – μετά το πέρας της παραγωγικής τους περιόδου - μπορεί να αντιμετωπίζονται ως πλεονάζοντα ή άχρηστα κοινωνικά σώματα, τα οποία με κάποιο τρόπο θα πρέπει να απομονωθούν. 

Οι διαφορές αυτές δεν είναι άνευ ιστορικού πολιτισμικού βάθους καθώς από την μία μπορεί να βρίσκουμε τους Ερούλους οι οποίοι σύμφωνα με τον Προκόπιο παλούκωναν, δόριζαν και μετά έκαιγαν τους ασθενείς και γέρους τους και από την άλλη την ελληνική περίπτωση όπου οι γονείς πρέπει να αντιμετωπίζονται με τιμές, μικρότερου μεγέθους μόνο κάτω από αυτές που οφείλουν οι άνθρωποι στους θεούς και τους ήρωες. Η Αθηναική μάλιστα νομοθεσία η οποία επέβαλε τα σωστά πρότυπα συμπεριφοράς ως προς αυτό καθώς και οι ανεκδοτολογικές αναφορές περί της συμπεριφοράς των Σπαρτιατών (εν αντιθέσει με τους Αθηναίους) προς τους γεροντότερους μας υποδεικνύουν πως ακόμα και στις περιπτώσεις που η σωστή και ενδεδειγμένη συμπεριφορά είναι κοινωνικώς συμφωνημένη, υπάρχουν περιπτώσεις που η τήρηση της μπορεί να παραμένει δύσκολη. 



Ένα τέτοιο πρόβλημα ερχόμαστε να αντιμετωπίσουμε σήμερα. Με τις κοινωνικές αλλαγές οι οποίες οδήγησαν από τις κλειστές, ολιγομελείς και αυτάρκεις κοινωνικές ομάδες και περιοχές στην σύγχρονη αστική κοινωνία, συν την συνεχώς επιδεινούμενη οικονομική κατάσταση, οξύνθηκε η δυσκολία των νέων να φροντίζουν τους γηραιότερους και κάπως έτσι εντάθηκε η ανάγκη της επαγγελματικής γηροκόμησης σε αμφιβόλου ποιότητας δομές και υπηρεσίες, ειδικά όταν συνυπολογίσουμε την οικονομική ανέχεια. Στην αρχαιότητα η αντίστοιχη υπηρεσία θα παρέχονταν από οικόσιτους δούλους σε αυτούς που είχαν τέτοια δυνατότητα.
  
Αναλογίες μπορούμε να βρούμε κατά την πρόσφατη εκδήλωση του COvid-19 όπου στις νότιες χώρες – μετά και από την αρχική ψυχρολουσία της Ιταλίας - η προσπάθεια προστασίας των γέρων, τουλάχιστον σε επικοινωνιακό επίπεδο, στάθηκε βασική παράμετρος στο να παρθούν μέτρα εν αντιθέσει με βόρειες χώρες, που όπως οι αρχαίοι Ερούλοι, δεν φημίζονται για τέτοιες ευαισθησίες σε σχέση με τον γεροντικό πληθυσμό. Εκεί που οι γέροι συχνά δεν έχουν καν διαπροσωπική σχέση με τα παιδιά τους πέρα από κάποια καθιερωμένα δείπνα και εορταστικές μαζώξεις δυο τρεις φορές τον χρόνο (στον αντίποδα της 80χρονης Ελληνίδας μάνας που αν δεν μιλήσει δυο φορές την ημέρα στο τηλέφωνο με παιδιά εγγόνια κτλ ενδέχεται να πάει και στην αστυνομία για καταγγελία :-) ), η τήρηση αυστηρών μέτρων δεν προκρίθηκε εις βάρος της συνέχισης της οικονομικής και καθημερινής ζωής. 

Σε αυτά τα πλαίσια, και για να έρθω και στον λόγο που στάθηκε αιτία να τα γράψω αυτά, πραγματικά ξενίζει τους μη Έρουλους η ευκολία με την οποία μολύνθηκε με τον ιό το γηροκομείο στο Ασβεστοχώρι, λόγω της ασυνείδητης διαγωγής και αδιαφορίας, σύμφωνα με τα μμε, ενός νεαρού εργαζομένου σε αυτό. Το ίδιο, όμως, φαινόμενο παρατηρείται με την έναρξη των καλοκαιρινών διακοπών σε όλο το φάσμα της κοινωνίας με την πλειοψηφία των νέων να συνωστίζονται διασκεδάζοντας χωρίς προφυλάξεις, μετατρέποντας ουσιαστικά τον εαυτό τους σε ωρολογιακές βόμβες για τους γεροντότερους οικείους τους. Προφανώς και αυτά είναι σημάδια μιας πολιτισμικής Ερουλοποίησης η σε σύγχρονους όρους Σουηδοποίησης της Ελληνικής κοινωνίας η οποία δείχνει να χάνει ακόμα και αυτά τα ελάχιστα πατροπαράδοτα ήθη της τα οποία επέζησαν όλων των άλλων κατακλυσμικών αλλαγών από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Φυσικά για τους ίδιους τους νέους που νοιώθουν άτρωτοι από την ασθένεια είναι δικαίωμα τους να μην προσέχουν ή να θεωρούν υπερβολικά τα μέτρα κτλ και καλά κάνουν και θέλουν να διασκεδάσουν, όμως, σε αυτή την περίπτωση δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως, σπανίως οι πράξεις μας δεν έχουν αντίκτυπο και στους άλλους, στην συγκεκριμένη περίπτωση αντίκτυπο ο οποίος μπορεί να είναι και θανατηφόρος. 

Γῆρας προσδέχου

Πέραν, όμως, αυτών των σύγχρονων περιπτώσεων της γηροκόμησης που καταλήγει γεροντοκτονία με αποτρόπαια μορφή, καθώς το να πεθάνεις μόνος σου ανήμπορος χωρίς οικείους σε ένα ξένο νοσοκομειακό ή άλλο περιβάλλον σίγουρα δεν τιμά κανέναν, το ζήτημα που τίθεται είναι αυτό του καλού θανάτου ή κατά τους αρχαίους του ευ θνήσκειν ή της ευθανασίας (όχι με την σύγχρονη έννοια) το οποίο παραδοσιακά στον πολιτισμό μας ήταν από τα καίρια ζητούμενα.  Το ευ θνήσκειν έρχεται σε αντίθεση με τους πόνους και τα προβλήματα που φέρνει το γήρας, ειδικά όταν μιλάμε για περιπτώσεις μεγάλης κατάπτωσης και παρακμής της σωματικής και ψυχικής-πνευματικής υγείας. 

Έτσι σε πολλές περιπτώσεις και για τους ίδιους του γεροντότερους ο εγκλεισμός σε γηροκομεία δεν είναι ότι καλύτερο. Δεν είναι εξάλλου λίγες οι περιπτώσεις τα τελευταία χρόνια κατά τις οποίες ηλικιωμένα ζευγάρια αποφάσισαν να αυτοκτονήσουν μόλις διαπίστωναν πως τα προβλήματα υγείας τους δεν θα τους επέτρεπαν να αυτοεξυπηρετούνται ή επειδή δεν ήθελαν – τονίζοντας οι ίδιοι – να «φορτωθούν» στα παιδιά τους. Αυτές ή όχι πολλές περιπτώσεις μας θυμίζουν τα ανάλογα ιστορικά παραδείγματα κατά τα οποία ένας οικειοθελής θάνατος είναι προτιμότερος από τα δεινά του γήρατος όταν αυτά δεν απαλύνονται από την φροντίδα των οικιών ή επιβαρύνονται από μη αντιμετωπίσιμες ανίατες καταστάσεις.  

Τελευτῶν ἄλυπος κ' Πέρας ἐπιτέλει μὴ ἀποδειλιῶν

Η πιο γνωστή τέτοια περίπτωση είναι φυσικά αυτή του οικειοθελούς κωνιασμού των κατοίκων της αρχαίας Κέας με την παρακάτω γλαφυρή περιγραφή των αυτοκρατορικών χρόνων του Βαλέριου Μάξιμου να ξεχωρίζει:

Συνέπεσε τότε να ζει εκεί μία κυρία της ανώτατης αριστοκρατίας, εξαιρετικά μεγάλης ηλικίας, η οποία αιτιολόγησε στους συμπολίτες της γιατί έπρεπε να φύγει από τη ζωή. Είχε αποφασίσει να πιει δηλητήριο και πολύ υπολόγιζε στην παρουσία του συγκλητικού Πομπηίου για να γίνει ο θάνατος της πιο λαμπρός. Εκείνος, που τον κοσμούσαν όλες οι αρετές, μαζί κι η αναγνώριση του ανθρωπισμού του, δεν μπόρεσε να αποκρούσει την πρόσκληση της. Την επισκέφθηκε και με πειστικότατα λόγια, τα οποία ανάβλυζαν από το στόμα του σαν από κάποια ευλογημένη πηγή ευφράδειας, προσπάθησε επί πολλή ώρα να την αποτρέψει από αυτό που σκεπτόταν, μάταια όμως. Δέχθηκε τότε να την ακολουθήσει στο έσχατο εγχείρημα της. Η κυρία, η οποία είχε συμπληρώσει τα ενενήντα και διατηρούσε απόλυτα τη σωματική και ψυχική της ισορροπία, έτσι τουλάχιστον διέκρινε κανείς, ξαπλωμένη σε μικρή κλίνη στρωμένη με περισσή κι όχι καθημερινή φροντίδα, και στηρίζοντας το κεφάλι στον αγκώνα είπε: 'Σέξτε Πομπήιε, να σε ανταμείψουν οι θεοί, ιδίως αυτοί που αφήνω παρά αυτοί στους οποίους πηγαίνω, επειδή δεν απαξίωσες ούτε την ενθάρρυνση σου να ζήσω, ούτε την παρουσία σου στο θάνατο μου. Άλλωστε, επειδή προσωπικά γνώρισα πάντοτε το χαρούμενο πρόσωπο της μοίρας, ας μη δω το θλιμμένο της από απληστία για ζωή. Ανταλάσσω ότι υπολείπεται να ζήσω με το ευτυχισμένο τέλος μου. Πίσω μου αφήνω δύο κόρες κι ένα πλήθος εγγόνια που θα ζήσουν.' Έπειτα η κυρία παρότρυνε τους δικούς της σε ομόνοια, τους μοίρασε την έγγειο περιουσία της, και στη μεγαλύτερη κόρη έδωσε τα κοσμήματα της και τις ιερές εικόνες του σπιτιού. Η ίδια έπιασε σταθερά με το δεξί της χέρι το ποτήρι στο οποίο είχε αναμιχθεί το δηλητήριο, πρόσφερε λίγες σταγόνες στον Ερμή, επικαλέσθηκε τη βουλή του για να την οδηγήσει με ήρεμη πορεία στο καλύτερο μέρος του κάτω κόσμου, και ρουφώντας πρόθυμα κατάπιε το θανατηφόρο ποτό. Με όσα έλεγε φανέρωνε και ποια μέλη του σώματος της κυρίευε η ακαμψία. Τη στιγμή που εκστόμισε ότι η ακαμψία κυριεύει τα σωθικά και την καρδιά της, ζήτησε από τις κόρες της το ύστατο καθήκον, να της κλείσουν τα μάτια με τα χέρια. Στους δικούς μας, αν και είχαν μείνει άφωνοι από το πρωτόφαντο θέαμα, με μάτια γεμάτα δάκρυα, είπε να αποχωρήσουν. (Πηγή) *


Δυστυχώς σε μια περίοδο που η Ελλάδα, αλλά και ο δυτικός κόσμος γενικότερα, αντιμετωπίζει τεράστιο δημογραφικό πρόβλημα και γερασμένους πληθυσμούς οι παραπάνω προβληματισμοί οι οποίοι θα ενταθούν και τα διλήμματα τύπου Ερουλοποίηση ή μη τα οποία θα τίθενται συνεχώς μπροστά μας, αποτελούν μείζονα ζητήματα που θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε. Ελπίζω σε αυτήν την πορεία να θυμόμαστε τους προγόνους μας. 




* Πολύ ενδιαφέρον σημείο και άξιο παρατήρησης - άσχετο με το θέμα μας αλλα σχετικό με τα θρησκευτικά ενδιαφέροντα του ιστολογίου - η μετάβαση των οικιακών ιερών (εικόνων στην μετάφραση) στην μεγαλύτερη κόρη και επίσης η συμποσιακού τυπικού τελετουργία αποχώρησης. Επίσης διακρίνεται μια μητροκεντρική διαδοχή (στην Αθήνα πχ θα έπρεπε να έχει ξαναπαντρευτεί ή να αφήσει την περιουσία σε αρσενικό συγγενή), η οποία μέχρι πρόσφατα διατηρούνταν στους νησιωτικούς πληθυσμούς μας.