Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2016

Σουσουράδες, ίυγγες και αρχαία ερωτική μαγεία (μέρος 1ον)

Διάβασα σήμερα ένα ωραίο κείμενο με λογοτεχνικές αναφορές σχετικά με τον ορθολογισμό (sic) των προγόνων στο ιστολόγιο του Περίκαλου. Επειδή, όμως, σε κάποιες λεπτομέρειες έχουμε διαφωνίες και επιπροσθέτως δεν το συνέχισε μέχρι εκεί που θα ήθελα το ζήτημα, δράττομαι της ευκαιρίας να κάνω και εγώ μια αναφορά.

Ίυγξ όπως σωστά διαβάζουμε είναι το όνομα ενός πουλιού και λέξη την οποία βρίσκουμε συχνά να σχετίζεται με το διαχρονικά ανθηρό είδος της ερωτικής μαγείας. Μην ξεχνάμε άλλωστε πως ο έρωτας , το χρήμα και τα δικαστήρια αποτελούν την ιερή τριάδα μαγικού ενδιαφέροντος και τότε και τώρα, αλλά και σε κάθε πολιτισμένη κοινωνία πάντα θα έλεγα. Το περιορίζω στις πολιτισμένες γιατί οι άλλες ενδέχεται να μην έχουν ούτε χρήμα ούτε δικαστήρια και μάλλον καλύτερα περνάνε. Η λέξη σχετίστηκε τόσο πολύ με την μαγεία που στην αγγλική της μεταγλώττιση, δάνειο από τα ελληνικά δια μέσου των λατινικών, jinx, σημαίνει ένα ειδικού τύπου ξόρκι που φέρνει κακοτυχία.


Η πρώτη διαφωνία με το κείμενο του prkls είναι πως συνήθως το πουλί με αυτό το όνομα ταυτίζεται όχι με την σουσουράδα αλλά με τον μετανάστη (όπως ο έρωτας) στην χώρα μας στραβολαίμη, στο επιστημονικό όνομα του οποίου, Jynx torquilla, διατηρείται η αρχαία ονομασία. Κάποιοι υποστηρίζουν την σουσουράδα, ίσως κάνοντας έναν παραλληλισμό των κουνημάτων της ουράς της με τα «κουνήματα» των γυναικών που θέλουν να προσελκύσουν τον εραστή τους, εξού και η σύνδεση με την ερωτική μαγεία. Επειδή, όμως όπως μας πληροφορεί και το αρχικό κείμενο η λέξη είναι ηχομιμητική και η σουσουράδα δεν ξέρω να κάνει τίποτα περίεργους ήχους, ταιριάζει καλύτερα ο στραβολαίμης δείγμα καλέσματος του οποίου έχουμε εδώ:


Τώρα γιατί το συγκεκριμένο, σπαστικό και μονότονο θα έλεγα ι – ι – ι –ι μας ταιριάζει με κάτι ερωτικό έστω και μαγικό, σε σχέση για παράδειγμα με το κελάηδημα ενός αηδονιού, ίσως είναι δύσκολο να το καταλάβουμε. Όμως, εξίσου δύσκολα καταλαβαίνουμε πως το θελκτικό τραγούδι των αρχαίων Σειρήνων μετατράπηκε σε μιας αντίστοιχης σπαστικότητας σημερινή σειρήνα, αστυνομικού οχήματος. Σε αντιστοιχία βέβαια με την ουρά της σουσουράδας με λίγη φαντασία θα μπορούσε να προκύψει η παρακάτω σκέψη. Ο στραβολαίμης, και γι’ αυτό ονομάζεται λαϊκά έτσι, έχει την ικανότητα να στρέφει όπως να ναι το κεφάλι του. Όταν νοιώσει απειλή φουσκώνει τα φτερά του κεφαλιού, τεντώνει όσο πάει τον λαιμό του και αρχίζει να τον κουνάει πέρα δώθε σε μια προσπάθεια κατά πως μας λένε οι ειδικοί να μοιάσει σε φίδι, ώστε να τρομάξει τον αντίπαλο. Ίσως δεν απέχει πολύ από την πραγματικότητα αν υποστηρίξουμε πως θυμίζει επίσης φαλλό που ταλαντεύεται, πράγμα που θα εξηγούσε και τα περί ερωτικής μαγείας.


Παρότι οι περισσότερες αρχαίες αναφορές μας σχεδόν ταυτίζουν αυτού του είδους την πρακτική με τις γυναίκες, η χρήση και από άντρες δεν αποκλείεται, οπότε εκεί ίσως δυσκολευόμαστε να δούμε την φαλλική σύνδεση, όπως στην αναφορά του Ξενοφώντα για τον Σωκράτη (άλλος ορθολογιστής) πως είχε και αυτός ασχοληθεί λίγο με το θέμα, αλλά Σωκράτης είναι αυτός τα πάντα πιθανά είναι. Ενδιαφέρουσα είναι και η σύνδεση που γίνεται στον σχετικό αρχαίο μύθο της Ίυγγος (ελπίζω να το κλίνω σωστά), που αντιγράφω από Wikki:

Στην ελληνική μυθολογία με το όνομα Ίυγξ είναι γνωστή μία θυγατέρα του θεού Πάνα και της Νύμφης Ηχούς. Αναφέρεται ότι η Ίυγξ έδωσε στον Δία να πιει το μαγικό φίλτρο του έρωτα, που του προκάλεσε τον ασίγαστο ερωτικό πόθο για την Ιώ. Για τον λόγο αυτό, η ζηλιάρα Ήρα τη μεταμόρφωσε στο ομώνυμο πουλί (το σημερινό jynx torquilla της οικογένειας των δρυοκολαπτιδών), το οποίο χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Έλληνες ως ξόρκι του έρωτα. Π.χ. δίνεται από τη θεά του έρωτα Αφροδίτη στον Ιάσονα, ο οποίος περιστρέφοντάς το και απαγγέλλοντας κάποιες μαγικές λέξεις προκαλεί τον έρωτα στη Μήδεια.

Ο μύθος μας επιβεβαιώνει το ηχομιμητικό του ονόματος του πουλιού, κόρη της Ηχούς και την σύνδεση του με την ερωτική μαγεία.



Ας πάμε, όμως, στην δεύτερη διαφωνία μου στο κείμενο του φίλου, η οποία αφορά το κατά πόσο περιστρέφανε οι πρόγονοι τέτοια πουλάκια σε κάποιο τροχό για μαγικούς λόγους. Η αλήθεια είναι πως σε κάποια κείμενα, μπορούμε να υποθέσουμε πως αναφέρονται όντως στο πουλί*. Όμως, στα περισσότερα, και μάλλον σε αυτό Θεόκριτου που αναφέρεται η μαγική πρακτική, έχουμε να κάνουμε όχι με το πουλί Ιυγξ αλλά με ένα εξάρτημα/παιχνίδι με το ίδιο όνομα. Πρόκειται για το γνωστό σε πολλούς από εμάς από την παιδική ηλικία κόλπο με το κουμπί και το νήμα το οποίο στρίβουμε και καθώς περιστρέφεται και ξετυλίγεται και ξανά συστρέφεται δημιουργεί έναν χαρακτηριστικό μονότονο, συριχτό ήχο. Αυτή είναι η Ίυγξ των αρχαίων που σαν εργαλείο χρησιμοποιούσαν οι τότε μάγισσες για να πιάσουν στα δίχτυα τους κάποιον φευγαλέο εραστή. Στην αρχαιότητα το ρόλο του κουμπιού κατείχε ένας ξύλινος ή συνήθως μεταλλικός δίσκος ή ρόμβος. Καθώς έχουμε και μερικές απεικονίσεις σε αγγεία εύκολα ανακατασκευάζουμε και σήμερα μια ίυγγα και εφόσον δεν θέλει και μεγάλη τέχνη να δουλέψει μπορείτε να πειραματιστείτε. Εγώ έχω μία κατασκευής φίλου μου (που φτιάχνει ωραιότατες σβούρες) σαν αυτή στην φωτό

Υπό αυτό το πρίσμα και διαβάζοντας πχ την μετάφραση του αποσπάσματος του Θεόκριτου (όποια θέλει να έχει πλήρης τις οδηγίες για το ξόρκι ας διαβάσει από τα ειδύλλια την Φαρμακεύτρια στην αρχή) από εκδ. Ζήτρος που αποδίδει :
«Σουσουράδα μου τον άντρα εκείνο φέρε τον στο σπίτι το δικό μου»
την φράση «Ἶυγξ, ἕλκε τὺ τῆνον ἐμὸν ποτὶ δῶμα τὸν ἄνδρα» αντιλαμβανόμαστε που γίνεται το μπέρδεμα και ίσως δεν σχετίσουμε και το παρακάτω «Κι όπως ο χάλκινος αυτός δίσκος με την βοήθεια της Αφροδίτης πάει εδώ και εκεί, έτσι να τριγυρνά κι αυτός στις πόρτες τις δικές μου. «ρόμβος ο χαλκαίος» στο πρωτότυπο, όπως θα έπρεπε με την Ίυγγα ως αντικείμενο μαγείας. Το ωραίο είναι πως το ίδιο μπέρδεμα (και ίσως από εκεί να προέρχεται αρχικά οπότε δικαιολογούμε και τον Περίκαλο) διαπράττουν οι παλαιοί σχολιαστές αφού για παράδειγμα στο «ποικίλαν ίυγγα τετράκναμον» που μας σώζεται από αποσπάσμα του Πίνδαρου ο σχολιαστής μας λέει:


ίυγξ όρνεον πεποικιλμένον τη τριχώσει, μακροτράχηλον, γλώσσαν έχον επιπολύ εκτεταμένην, πυκνώς περιστρεφόμενον και περιδινούν τον τράχηλον. τούτο το όρνεον δοκούσιν αι φαρμακίδες ευθετείν αυταίς εις τας ερωτικάς επωδάς. λαμβάνουσαι γαρ αυτό δεμεύουσιν εκ τροχού τίνος, ον περιρομβούσιν άμα επάδουσαι. οι δε φασον, οτι τα έντερα αυτού εξελκύσασαι καθάπτουσι τω τροχώ, ταύτην ουν, φήσι , την ίυγγα πρώτον Αφροδίτη εκ του Ολύμπου ήνεγκεν εις ανθρώπους και έδωκεν Ιάσονι, και εδίδαξεν αυτόν τα επωδάς τας ερωτικάς, ιν' εκμήνας την Μήδειαν ποιήση συμμαχείν αυτώ. κνήμαι δε τα μέσα των τροχών ξύλα…


και μετά πάει να μας αποδείξει πως δένοντας το πουλί σαν σταυρωμένο στον τροχό και μεταφορικά προκύπτει η «τετράκναμος ίυγγα» αντί της πολύ απλής εξήγησης πως η υιγγα ΕΙΝΑΙ τετράκναμος, με τέσσερεις ακμές δηλ και περιστρέφεται, όπως ο «ρόμβος ο χαλκαίος» στον Θεόκριτο, άρα δεν μιλάμε για το πουλί. (Η περιγραφή όπως βλέπετε του πουλιού ταιριάζει ακριβώς με τον στραβολαίμη)

Από τα έντερα του ουδέποτε δεμένου σε τροχό πουλιού ίσως μια καλύτερη εξήγηση του πώς λειτουργεί αυτή η συμπαθητική(;) μαγεία μας δίνει η παρουσίαση μιας έκθεσης του μουσείου Πέλλας. Εκεί μας πληροφορούν πως «H ένταση του ήχου (της ίυγγος) είναι αντίστοιχη με τη... ζητούμενη ένταση του έρωτα που νιώθει ο ή... η ποθούμενη», αλλά δεν και αυτό δεν μας πείθει καθώς δεν νομίζω τα ξόρκια να σχετίζονται με την ένταση.

Αν τώρα έχετε όρεξη να συνεχιστεί το κάψιμο μπορούμε να πιάσουμε ένα άλλο απόσπασμα του Πινδάρου από τους Παιάνες του όπου αναφέρεται στον τρίτο ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς και μιλάει για τις χρυσές Κηληδόνες (μόνο για αυτό : http://www.moisasociety.org/de-musicis/cyberchorus-pindars-and-aura-artificial) (κηλέω: μαγεύω δια της μουσικής) που τον κοσμούσαν και τραγουδούσαν, για τις οποίες ο Παυσανίας μας λέει πως μάλλον πρόκειται για φαντασία του στην οποία αντιγράφει τις Ομηρικές Σειρήνες. Το απόσπασμα είναι το εξής.
«ω Μοίσαι το<υ> δε παντέχνοις Αφαίστου παλάμαις και ΑΘάνας τις ο ρυθμός εφαίνεταο; χάλκεοι μεν τοίχοι χάλκεαι θ' υπο κίονες έστασαν, χρυσέαι δ' έξ υπέρ αιέτου αειδον Κηληδόνες.»

Αμέσως πρίν, όμως, έχουμε στα φθαρμένα τμήματα «Ίυγ[γ ναόν. τον μεν Υπερβορ[έοις άνεμος ζαμενής έμ<ε>ιξ[" τσουπ οι ίυγγες πάλι.

Σύνδεση, όμως,  μεταξύ ίυγγων και Σειρήνων έχουμε και στον Λουκιανό.
Στο περί του οίκου ο Λουκιανός λέει: «ἐς τὸν οἶκον ἐπὶ λόγοις παρελήλυθα ὥσπερ ὑπὸ ἴυγγος ἢ Σειρῆνος τῷ κάλλει ἑλκόμενος, ἐλπίδα οὐ μικρὰν ἔχων,»

όπου βλέπουμε και οι ίυγγες και οι Σειρήνες να ταυτίζονται στην ικανότητα να έλκουν. Το κοινό λοιπόν χαρακτηριστικό τους θα πρέπει να αναζητηθεί στην ποιότητα του ήχου, όπως ήδη από την αρχή της καταγεγραμμένης ιστορίας μας λέει ο Όμηρος. Μάλιστα, επειδή το ίυγξ προέρχεται από το «ιύζω» που σημαίνει βγάζω ήχο, βοή ή σφύριγμα, τότε είναι λογικό με αυτή την λέξη να μπορεί να περιγραφεί κάθε πράγμα/όν που βγάζει τέτοιο ήχο (σαν το πουλάκι με το οποίο ανοίξαμε την συζήτηση), ο οποίος ήχος υπό ποιοτικές προϋποθέσεις έχει μαγικές ιδιότητες, στην περίπτωση μας κατάλληλες στην ερωτική μαγεία.

Ο E. Tavenner υπέθεσε ότι η μαγική ιδιότητα της ϊυγγος έγκειται στην ικανότητα της να «στροβιλίσει» τα θύματα του ερωτικού πάθους, τόσο στο κείμενο του Πινδάρου, όσο και στις άλλες περιπτώσεις όπου αναφέρεται ο μαγικός τροχός- Ίυγξ. Έτσι χρησιμοποιείται το ρήμα δονεοι στον Πυθιόνικο 4. 219, για να αποδώσει τη λειτουργία της ϊυγγος να προκαλέσει στην Μήδεια πάθος για τον Ιάσονα. Παρατηρούμε ότι την ίδια λειτουργία έχει η Ίυγξ στο κείμενο του Θεόκριτου: Το ρήμα που χρησιμοποιείται, για να αποδώσει και να περιγράψει τη δύναμη της ΐυγγος, δηλαδή να φέρει πιο κοντά το επιθυμητό πρόσωπο, είναι το ρήμα έλκω στις περισσότερες περιπτώσεις. Το ίδιο ακριβώς και στον Θεόκριτο. Η Johnston επιχειρηματολογεί ότι η δύναμη της ϊυγγος, πουλιού και τροχού, δεν έγκειται στην κίνηση που per se, αφ' εαυτού, έχουν, αλλά μάλλον στους ήχους τους. Ο Αίλιος Αριστείδης
υποστηρίζει ότι η δύναμη του λόγου της τελετής των Ελευσίνιων Μυστηρίων ήταν μεγαλύτερη από εκείνη των επωδών ή της ϊυγγος σε κίνηση.Η μαγική δύναμη των ίύγγων να ελκύουν σχετίζεται με τη δύναμη της πειθούς. "Η μαγεία στην αρχαία Ελλάδα"

Επειδή πήγε αργά, κάπου εδώ κλείνει η σημερινή αναφορά μας στο άρθρο του φίλου, τις ίυγγες, τους ήχους και την μαγεία. Σε μια ή δύο συνέχειες θα προχωρήσουμε λίγο παραπάνω όπου με αρκετό περισσότερο εγκεφαλικό κάψιμο θα πιάσουμε θέματα, όπως περί της ποιότητας αυτού του ήχου, της πιθανής ελληνικής καταγωγής των γκόνγκ και των singing balls και άλλα τέτοια παλαβά και μαγικά.

Ας τελειώσουμε, όμως, και εδώ με στίχους όχι σουσουράδας αλλά ίυγγος του Ιχνηλάτη (Δημήτρης Κωνσταντινίδης). Δυστυχώς δεν έχω μελοποίηση.

Ίυγξ
 "αφωνήτω άχει"
 
Πέρνα στην ίυγκα την κλωστή και γύρισε τον δίσκο.

Τα δαχτυλά σου τέντωσε, σ` ελαστικό ροδάνι.
Κι όταν τριγύρω αρχίσουνε πουλιά να φτερουγίζουν,
όταν μιχθούν τα χρώματα σ` αρχαία πανδεσία,
ξόρκι κρυφό του έρωτα, ψυθίρισε καρδιά μου. 
Τότε θα δείς μικρό πουλί κρυφά να σε κοιτάζει.
Δεν είν` πουλί, μα μάγισσα, που βγήκε στο κυνήγι.
Σταβολαιμίτης ξυλουργός, μικρός Δρυοκολάπτης,
πιστός αποκρισάριος, κρυφός μαντατοφόρος.
Τσιμπολογάει αχόρταγα, τα ξόρκια της αγάπης. 
Κι όταν το δείς να καίγεται, μέσ` στο θυσιαστήριο.
Τα σπλάχνα του να φλέγονται στων πλανητών τ` αστράλια
κι αντί να κλαίει, να τραγουδά, που σήμερα πεθαίνει,
-πως χρώματα και μουσικές, πέτυχε να τα σμίξει-
τότε το ξόρκι έδεσε, με μαγεμένους κόμπους. 
Των μαγισσών τους ξορκισμούς, ποτέ μην κοροιδέψεις.
Ούτε στου Πάνα τον αυλό, την αύρα ν` αγνοήσεις.
Γιατί οι συντρόφοι έλειψαν. Απο καιρό χαθήκαν.
Τα καραβόσχοινα λυτά. Κανέναν δεν θα δέσουν.
Τα ίσια κατάρτια έσπασαν στις ίυγκας το τραγούδι.






*Το μοναδικό παράδειγμα που ξέρω και από εκεί ίσως πηγάζει και η αντίληψη του σχολιαστή είναι το απόσπασμα από τον 4ο Πυθιόνικο του Πινδάρου (ΑΡΚΕΣΙΛᾼ ΚΥΡΗΝΑΙῼ, ΑΡΜΑΤΙ) που περιέχει και την πρωταρχική αναφορά στην Μήδεια τον Ιάσωνα και την μαγεία.

"πότνια δ' ὀξυτάτων βελέων
ποικίλαν ἴϋγγα τετράκναμον Οὐλυμπόθεν 215
ἐν ἀλύτῳ ζεύξαισα κύκλῳ
[αντ. 10]
μαινάδ' ὄρνιν Κυπρογένεια φέρεν πρῶτον ἀνθρώποισι, λιτάς τ' ἐπαοιδὰς ἐκδιδάσκησεν σοφὸν Αἰσονίδαν:
ὄφρα Μηδείας τοκέων ἀφέλοιτ' αἰδῶ, ποθεινὰ δ' Ἑλλὰς αὐτὰν
[390] ἐν φρασὶ καιομέναν δονέοι μάστιγι Πειθοῦς."


και σε νεοελληνική απόδοση 

"Αλλά η δέσποινα (κυρίαρχη) των κοφτερών (αιχμηρών) βελών από τον Όλυμπο, η Κυπρογένεια (Αφροδίτη), δέντοντας την πολύχρωμη ίυγγα με τις τέσσερις ακτίνες, πάνω στον ακατάλυτο τροχό, πρώτα έφερε το αγριεμένο (μαινόμενο) πουλί στους ανθρώπους, μετά δε δίδαξε στον γιό του Αίσονα (τον Ιάσονα) τις προσευχές και τα ξόρκια (μάγια). "

Όμως αυτό είναι ξεκάθαρα αιτιολογικός μύθος και δεν εξασφαλίζει και την πρακτική ιστορικά όπως περιγράφεται εδώ. Στο κείμενο της "Γυναίκα - Μάγισσα:Θνητή και Αθάνατη" στην έκδοση του ΕΙΕ "Η ΜΑΓΕΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ" η Αφροδίτη Α. Αβαγιανού μοιάζει να δέχεται πώς ίσως παλαιότερα η μαγική πράξη γινόταν όντως χρησιμοποιώντας το πουλί αλλά πως στις ιστορικές αναφορές έχουμε ήδη την μετάβαση στο αντικείμενο και την ταύτιση της ίυγγος με αυτό δηλαδή τον τροχό. Ο Faraone απο την άλλη στο Ελληνική ερωτική μαγεία δέχεται την κυριολεκτική ερμηνεία στην μικρή αναφορά που κάνει και μάλιστα το εξηγεί με τοτεμικούς θα έλεγα όρους. Πως όπως βασανίζεται το πουλί στον τροχό έτσι και ο εραστής θα καίγεται από επιθυμία ή  κάτι παρόμοιο,το οποίο δεν πείθει απο την στιγμή που ιστρικά έχουμε μόνο την χρήση του αντικειμένου και η σύνδεση είναι ο ήχος.