Πριν λίγο καιρό μου είχε ζητηθεί από συντελεστές της εφημερίδας Hελλήνων Λογος να γράψω ένα κείμενο για τον «βωμό του Διονύσου» στην Ραπεντώσα. Τελικά το κείμενο δημοσιεύτηκε στο φύλλο 15 με ημερομηνία 25/12. Επειδή όμως λόγω βιασύνης ή απροσεξίας υποθέτω στο δημοσιευθέν κείμενο δεν υπάρχει υπογραφή και λείπουν κάποιες εικόνες ( το σχεδιάγραμμα του χώρου βασικά ) και οι παραπομπές, αναδημοσιεύω το αρχικό κείμενο εδώ.
ΙΚΑΡΙΟΝ ΙΕΡΟ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ
Η Ελλάδα και τα αρχαίαΜέσα στα πολλά παράδοξα της χώρας μας είναι και η σχέση του νέο-ελληνικού κράτους και των νέο-ελλήνων γενικότερα με τους αρχαιολογικούς χώρους, μια πολλές φορές ακατανόητη σχέση αγάπης και μίσους που εντυπωσιάζει όποιον δεν έχει ασχοληθεί εις βάθος με αυτά τα ζητήματα. Από την μια λοιπόν οι αρχαιολογικοί τόποι αποτελούν τους τόπους που δίνουν την ιδιαίτερη ταυτότητα σε κάθε περιοχή, τόποι για τους οποίους είμαστε περήφανοι, σύμβολα του πάλαι ποτέ μεγαλείου του ελληνικού πολιτισμού, τόποι τους οποίους το κράτος προσπαθεί να αναδείξει προς άγραν τουριστών, τόποι που έχουν ανακηρυχθεί παγκόσμια μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς , και από την άλλη πολλές φορές είναι αυτό το ξένο, το άγνωστο, το ακατανόητο, αυτό που παραμένει θαμμένο και ανεξήγητο, αυτό που φαίνεται πως προτιμούμε να καταστρέψουμε και να ξεχάσουμε, το μισητό.
Σε αυτή την δεύτερη κατηγορία, προφανώς εντάσσεται και ο αρχαιολογικός χώρος στην Ραπεντώσα Αττικής γνωστός και ως «βωμός Διονύσου», ο οποίος παρά την εδώ και 120 χρόνια ανακάλυψη του παραμένει για το ευρύ κοινό, άγνωστος, ασήμαντος, και ίσως για κάποιους ακόμα μισητός, παρά την τεράστια του σημασία όπως θα δούμε παρακάτω.
Ικαρία και ευρήματα
Η σημερινή περιοχή όπως και όλος ο «Διόνυσος» ανήκε στην αρχαιότητα στον δήμο Ικαρίας ένα σημαντικό Δήμο της αρχαίας Αθήνας που εκτεινόταν στους πρόποδες του Πεντελικού όρους. Στην Ραπεντώσα λοιπόν στα τέλη του 19ου αιώνα ένας Γερμανός περιηγητής παρατηρεί τα χαλάσματα μιας χριστιανικής εκκλησίας ( πιθανότατα του Αγίου Διονυσίου ) στα οποία βρίσκει εντοιχισμένα ( κατά την προσφιλή στους χριστιανούς συνήθεια ) διάφορα μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη, επιγραφές, μέχρι και ένα άγαλμα. Ενημερώνει την αμερικάνικη σχολή κλασσικών σπουδών και στις 30/01/1888 ξεκινούν ανασκαφές υπό τον Carl D. Buck. Από τα πρώτα ανασκαφικά ευρήματα επιβεβαιώνεται πως η θέση είναι το κέντρο του δήμου Ικαρίας, διάσημου για την λατρεία του θεού Διονύσου. Μάλιστα βρέθηκε και το λατρευτικό άγαλμα του θεού που τον απεικονίζει καθιστό να κρατά βοιωτικό κάνθαρο ( εθν. Αρχ. Μουσείων Αθηνών ). Μετά τις πρώτες ανασκαφές τα έτη 1888 – 1889 και την εύρεση των σημαντικότερων ευρημάτων το μέρος περνά στην αφάνεια . Να σημειωθεί εδώ πως τουλάχιστον τότε οι αρχαιολόγοι μπορούσαν και κατεδάφιζαν τις εκκλησίες για να αναδείξουν τους αρχαιολογικούς χώρους. Περίπου 100 χρόνια μετά το 1981 γίνεται ένας καθαρισμός του χώρου μπαίνει κάποια σήμανση και περιφράσσεται και γίνονται κάποια σχέδια από τους αρχαιολόγους. Το 1997 έχουμε καταγγελίες για βανδαλισμούς αφού ο χώρος έχει σε μια νύχτα υποστεί καταστροφές ( εδώ οι «κακές γλώσσες» μιλάνε για χριστιανικό ταλιμπανισμό
[i] ), και το 2001 ξεκινά μια προσπάθεια ανάδειξης του χώρου η οποία ξεκινά και τελειώνει ( απ’ όσο δείχνουν τα πράγματα μέχρι στιγμής ) με την αναστύλωση του χορηγικού μνημείου του 4ου αιώνα των Αγνία, Ξανθίππου, Ξανθίδη. Τελικά αφού αφαιρούνται οι σκαλωσιές και μπαίνει καινούργια περίφραξη ο χώρος πάλι αφήνεται, κλειστός για το κοινό, να περάσει στην αφάνεια. Ταυτόχρονα πλέον απουσιάζει κάθε σήμανση για τον χώρο και την ιστορία του πέραν της πινακίδας βωμός Διονύσου. Βέβαια όπως βλέπουμε και στο σχέδιο, στον χώρο έχουμε, θέατρο, Ναό του πυθίου Απόλλωνα (H), Βωμό(I), ( πιθανότατα) ναό του Διονύσου (D) και το χορηγικό μνημείο (A).
Δήμος Ικαρίας και λατρεία του ΔιονύσουΓια να κατανοήσουμε την ιδιαίτερη αξία, μοναδική θα προσέθετα, του συγκεκριμένου χώρου θα πρέπει να ανατρέξουμε στις αρχαίες μας πηγές και στην ιστορία του Δήμου αυτού των Αθηνών.
Ξεκινά λοιπόν ο Απολλόδωρος και μας λέει:
«Εριχθονίου δε αποθανόντος και ταφέντος εν τω αυτώ τεμένει της ΑΘηνάς Πανδίων εβασίλευσεν, εφ' ου Δήμητηρ και Διόνυσος εις την Αττικήν Ήλθον αλλά Δήμητρα μεν Κελεός εις την Ελευσίνα υπεδέξατο, Διόνυσον δε Ικάριος. ος λαμβάνει παρ' αυτού κλήμα αμπέλου και τα περί την οινοποιίαν μανθάνει.»
Δηλ,
«όταν πέθανε ο Εριχθόνιος και θάφτηκε στο Τέμενος της Αθηνάς την βασιλεία ανέλαβε ο Πανδίων στα χρόνια του οποίου ήρθαν στην Αττική η Δήμητρα και ο Διόνυσος. Και την μεν Δήμητρα υποδέχθηκε στην Ελευσίνα ο Κελεός τον δε Διόνυσο ο Ικάριος που έλαβε από αυτόν κλήμα αμπέλου και έμαθε την οινοποιία».
Ο Ικάριος σύμφωνα με τις μυθικές πηγές λοιπόν ήταν ο πρώτος άνθρωπος που έμαθε την τέχνη της οινοποιίας από τον θεό
[ii] και ο δήμος της Αττικής που πήρε το όνομα του η Ικαρία η περιοχή που έκανε πρώτα την εμφάνιση του ο θεός και πρωτολατρεύτηκε στην Αττική.
Και συνεχίζουν οι μυθογράφοι Απολλόδωρος, Υγίνος και Νόννος πως το θεό υποδέχτηκαν στην Αττική και φιλοξένησαν χωρίς να γνωρίζουν την υπόσταση του ο Ικάριος με την θυγατέρα του Ηριγόνη. Ο Διόνυσος ευχαριστημένος από την φιλοξενία του χάρισε την άμπελο και τους δίδαξε την οινοποιία. Ενθουσιασμένοι από τις θαυματουργές ιδιότητες του άγνωστου μέχρι τότε ποτού ο Ικάριος κάλεσε βοσκούς από το πεντελικό όρος και τους κέρασε τον οίνο που είχε παρασκευάσει. Μην γνωρίζοντας όμως τις ιδιότητες του ποτού, αυτοί ήπιαν παραπάνω απ’ όσο έπρεπε και άρχισαν να ζαλίζονται και να αισθάνονται άσχημα. Θεωρώντας πως ο Ικάριος θέλησε να τους δηλητηριάσει τον σκότωσαν. Την επόμενη μέρα όμως μόλις συνήλθαν κατάλαβαν το λάθος τους και για να κρύψουν το έγκλημα τους έθαψαν τον Ικάριο κάτω από ένα πεύκο και έφυγαν για την Κέα. Η Ηριγόνη όμως βρήκε το σώμα του πατέρα της χάρη στην σκύλα της την Μαίρα η οποία υπέδειξε το σημείο που βρισκόταν θαμμένος. Απαρηγόρητη η κόρη βλέποντας τον νεκρό πατέρα της κρεμάστηκε από το ίδιο πεύκο και μεταμορφώθηκε σε αμπέλι. Ο θεός τότε θυμωμένος από αυτό το έγκλημα καταράστηκε την πόλη των Αθηνών να έχουν όλες οι κοπέλες το ίδιο τέλος με την Ηριγόνη. Έτσι αυτές παραφρόνησαν και σαν την Ηριγόνη άρχισαν να απαγχονίζονται. Οι Αθηναίοι απεγνωσμένοι πήγαν για χρησμό στο Μαντείο των Δελφών όπου πήραν την απάντηση πως για να σταματήσει η τρέλα των κοριτσιών θα έπρεπε να θάψουν των Ικάριο και την Ηριγόνη, να βρουν τους δολοφόνους και να θεσπίσουν εορτασμούς προς τιμήν των δύο θυμάτων. Κατά τους εορτασμούς θα θυσίαζαν σε αυτούς τα πρώτα τσαμπιά με σταφύλια και θα τελούσαν την εορτή της «εώρας», στην οποία όπως μαθαίνουμε από τον Αθήναιο νέες κοπέλες έκαναν κούνια από τα δέντρα και τραγουδούσαν ένα τραγούδι που το έλεγαν «αλήτιν»
«ην δε και επι ταις εωραις τις επ' Ηριγόνη, ην και αλήτιν λέγουσιν, ωδή.»
Πέρα από τους ενδιαφέροντες συσχετισμούς που μπορούμε να κάνουμε με την νήσο Ικαρία - που και αυτή ερίζει ως γενέτειρα του Διονύσου -
[iii] , με την μεγάλη εορτή των Ανθεστηρίων που ο Διόνυσος παρουσιαζόταν να έρχεται με καράβι από την μικρά Ασία, με την διάδοση της λατρείας του Διονύσου επί Πεισιστράτου
[iv] κτλ, το γεγονός είναι πως από αυτή την παράδοση ξεκινά στην Αττική η λατρεία του θεού Διονύσου και συγκεκριμένα στον Δήμο Ικαρίας λατρευτικό κέντρο του οποίου είναι ο εν λόγω αρχαιολογικός χώρος. Από εκεί ξεκινούν και καθιερώνονται τα Διονύσια τα «εν άγροις» που τελούνται κάθε χρόνο στην καρδιά του χειμώνα στον Αττικό μήνα Ποδειδεών
[v].
Διόνυσος Διθύραμβος και θέατρο
Θα περίμενε κανείς, μόνο και μόνο από το γεγονός πως ο συγκεκριμένος τόπος σηματοδοτεί την αρχή της λατρείας του Διονύσου στην Αττική, την αρχή της καλλιέργειας της αμπέλου να έχει δοθεί από τους αρμόδιους φορείς η απαραίτητη προσοχή για την ανάδειξη του, κάτι που δυστυχώς δεν συμβαίνει. Όμως, ίσως εκεί να βρισκόμαστε στα σκοτεινά μονοπάτια, της λήθης και του μίσους τα οποία υπαινίχτηκα αρχικά και να υπάρχουν «κύκλοι» που να μην θέλουν την ανάδειξη του πρώτου τόπου λατρείας στην Αττική γη ενός μέγιστου θεού του Ελληνικού Πανθέου, του Διονύσου. Το πλέον παράδοξο όμως είναι πως ο συγκεκριμένος τόπος σχετίζεται και με ένα πολιτισμικό φαινόμενο που ξεκίνησε τοπικά από εκεί αλλά πλέον αποτελεί πανανθρώπινη πολιτισμική εκδήλωση, οπότε θα περίμενε κανείς να είναι τόπος «προσκυνήματος» για τους απανταχού λάτρεις της τέχνης και του πολιτισμού. Φυσικά και αναφερόμαστε στο θέατρο.
Είναι γνωστό πως το θέατρο έχει τις ρίζες του στην Αττική κωμωδία και τραγωδία η οποία με την σειρά της πηγάζει απ’ ευθείας από τον Διθύραμβο
[vi][vii]. Ο διθύραμβος είναι λατρευτικό λυρικό άσμα προς τιμήν του Διονύσου. Σε αυτόν άδει ομάδα ανδρών ή παίδων υπό συνοδεία αυλού. Δύο σημαντικά γεγονότα οδήγησαν στην εξέλιξη του διθυράμβου που γέννησε το φαινόμενο της τραγωδίας.
Το πρώτο γεγονός είναι εξέλιξη του διθυράμβου από αποκλειστικά λατρευτικό άσμα με θεματολογία τον Διόνυσο σε ξεχωριστό λυρικό/καλλιτεχνικό είδος. Αυτή η εξέλιξη οφείλεται σύμφωνα με την παράδοση στον ποιητή Αρίωνα ο οποίος την εποχή του Τυράννου Περίανδρου στην Κόρινθο ανέπτυξε τα λατρευτικά χορικά άσματα, δίνοντας τους τίτλους και εισάγοντας τον χορό των σατύρων.
Το δεύτερο κορυφαίο γεγονός είναι φυσικά η δημιουργία της ίδιας της τραγωδίας σύμφωνα με την παράδοση από τον Θέσπι
[viii]. Ο Θέσπις ήταν αυτός που ξεχώρισε πρώτη φορά ένα μέλος του χορού ( πιθανότατα τον ίδιο ), και παρέμβαλε στο διθυραμβικό άσμα του χορού , άλλο μέλος. Ο εξάρχων λοιπόν του χορού που φορούσε προσωπείο αρχίζει με τον Θέσπι διάλογο με τον χορό – αποκρίνεται δηλ στον χορό – και έτσι γεννιέται ο πρώτος υποκριτής/ηθοποιός έτσι γεννιέται η πρώτη τραγωδία. Είναι γνωστό πως η πρώτη τραγωδία του Θέσπι σύμφωνα με την παράδοση «ανέβηκε» στα μεγάλα ή «εν άστυ» Διονύσια κατά την 61η Ολυμπιάδα
[ix], αυτό όμως που είναι λιγότερο γνωστό και σχετίζεται με το θέμα μας είναι πως ο Θέσπις ήταν από τον Δήμο Ικαρίας της Αττικής και πριν ακόμα ανεβάσει την πρώτη τραγωδία του
[x] στα μεγάλα Διονύσια, είχε ξεκινήσει αυτό το «είδος» από τις εορτές του δήμου του, στα μικρά Διονύσια, λατρευτικό κέντρο του οποίου δήμου με θέατρο είναι ο αναφερόμενος εδώ αρχαιολογικός χώρος.
Το παράδοξοΑπό τις ελάχιστες παραπάνω αναφορές σχετικά με τον «βωμό του Διονύσου» θεωρούμε πως βγαίνει αβίαστα σαν συμπέρασμα η σχιζοφρενική αντιμετώπιση των αρχαιολογικών μας χώρων με την οποία ξεκινήσαμε το παρόν κείμενο. Είναι ανεξήγητο για κάθε πολιτισμένο άνθρωπο πως γίνεται αυτός ο τόσο σημαντικός αρχαιολογικός χώρος, αυτός ο πραγματικά ΙΕΡΟΣ χώρος να παραμένει στην αφάνεια και την εγκατάλειψη παρά την πληθώρα των στοιχείων που αποδεικνύουν την μοναδική του σημασία. Ελπίζουμε απλά να πρόκειται περί άγνοιας, έλλειψης πόρων ή πρόσκαιρων συνθηκών που εμποδίζουν την ανάδειξη του σε παγκόσμιο κέντρο «προσκυνήματος» για οινοπαραγωγούς, ηθοποιούς, σκηνοθέτες, ανθρώπους της τέχνης και του πολιτισμού, για κάθε πολιτισμένο άνθρωπο, γιατί πραγματικά η δεύτερη πιθανότητα εσκεμμένης αδιαφορίας δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Αυτός ο χώρος που επέζησε του φθοροποιού χρόνου, των βανδαλισμών ( παλαιών και νέων ) της καταστροφικής μανίας της πυρκαγιάς τουλάχιστον δύο φορές ( χάριν των προσπαθειών των κατοίκων και …..) πρέπει να διαφυλαχθεί και αναδειχθεί όπως του πρέπει.
Μερική Βιβλιογραφία
Β.Κ Λαμπρινουδάκης, «οδοιπορικό από την αρχαία ελληνική τέχνη στην σύγχρονη ζωή»
http://athens123.com/Main_HTML/Sanctuary%20of%20Dionysos/dionysos.htmElizabeth King Filioti, , Διόνυσος -
http://www.filiotis.net/eking/dionysos/ikarion/greek.htmlΒασίλης Ρίτσος, "Διθύραμβος και τραγωδία" (
http://www.britsos.gr/admin/uploads/dithyramvos%20kai%20tragodia.pdf)
American School of Classical Studies at Athens, "Discoveries in the Attic Deme of Ikaria"
Παναγής Λεκατσάς, "Διόνυσος - Καταγωγή και εξέλιξη της διονυσιακής θρησκείας"
W. Otto, "Διόνυσος"
Kerényi, Karl, Dionysos: Archetypal Image of Indestructible Life, (Princeton: Bollingen) 1976
Kerényi, Karl, Η μυθολογία των Ελλήνων
Vernant Jean - Pierre, Vidal - Naquet Pierre, "Μύθος και τραγωδία στην αρχαία Ελλάδα"
Παραπομπές
[i] http://www.ysee.gr/index.php?type=d&f=love&lid=l4
[ii] Άλλος μύθος μας αναφέρει ως πρώτο άνθρωπο που έμαθε την τέχνη της οινοποιίας τον Οινέα υιό του Φύτιου, υιό του Ορεσθέα υιό του Δευκαλίωνα.
[iii] «Οι μέν γάρ Δρακάνω, οι δέ Ικάρω ηνεμοέσση
φασ΄ οι δ΄εν Νάξω, δίον γένος, Ειραφιώτα,
οι δέ σ΄επ΄Αλφειώ ποταμώ βαθυδινήεντι
κυσαμένην Σεμέλην τεκέειν Διΐ τερπικεραύνω.
άλλοι δ΄εν Θήβαισιν, άναξ, σέ λέγουσι γενέσθαι
ψευδόμενοι. σέ δ΄έτικτε πατήρ ανδρών τε θεών τε
πολλών απ΄ανθρώπων κρύπτων λευκώλενον Ήρην.
Έστι δέ τις Νύση, ύπατον όρος, ανθέον ύλη,
τηλού Φοινίκης, σχεδόν Αιγύπτοιο ροάων». Ομηρικός ύμνος εις Διόνυσον
[iv] Τις πρώτες απεικονίσεις της επίσκεψης του Διονύσου στην Αττική τις έχουμε από αγγεία του 550 πχ.
[v] Μεγάλο επίσης ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι εποχιακοί εορτασμοί του Διονύσου, η σχέση τους με τον κύκλο της άμπελου και του κρασιού, καθώς και η σχέση τους με τον ήλιο και φαινόμενα όπως το χειμερινό ηλιοστάσιο ( που συνήθως λαμβάνει χώρα τον μήνα Ποδειδεώνα ).
[vi] «και η μεν απο των εξαρχόντων τον διθύραμβων» μας λέει ο Αριστοτέλης στην Ποιητική του
[vii] Η παλαιότερη γραπτή μαρτυρία διθυράμβου σε απόσπασμα του Αρχίλοχου
«ως Διωνύσοιο άνακτος καλόν εξάρξαι μέλος / οίδα διθύραμβον, οίνω ξυγκεραυνωθείς : «Γιατί ξέρω να βάλω μπροστά το όμορφο τραγούδι τού αφέντη Διόνυσου, με φρένα απ’ το κρασί κεραυνωμένα»
[viii] Αφ’ ου Θέσπις ο ποιητής [υπεκρίνα]το πρώτος ος εδίδαξε [δρ]ά[μα εν ά]στ[ει και άθλον ε]τέθη ο [τ]ράγος
[ix] Πιθανότα το 534πχ
[x] Μόνο κάποια ονόματα μας έχουν μείνει από πιθανούς τίτλους τραγωδιών του Θέσπι όπως : «άθλα επί Πελία» ή «Φόρβας», «Ιερείς», «Ηίθεοι», «Πενθεύς».