Το Παγκράτι στο οποίο μεγάλωσα πάντα είχε μεγάλη αγορά με πλήθος εμπορικών καταστημάτων τα οποία προσέλκυαν πελάτες από όλες τις κοντινές περιοχές. Δυστυχώς παρά αυτήν την ιστορικότητα της αγοράς της, η κρίση δεν άφησε την περιοχή ανέγγιχτη και τώρα οι πρώην θορυβώδεις δρόμοι με τα μαγαζιά αργοπεθαίνουν με τις περισσότερες βιτρίνες αν όχι άδειες και με ενοικιαστήρια, τουλάχιστον ξεφτισμένες έχοντας χάσει την αίγλη τους. Γενικά μια μιζέρια τουλάχιστον για αυτούς που είχαν συνηθίσει να δυσκολεύονται να περπατήσουν λόγω πολυκοσμίας στους κυριότερους εμπορικούς δρόμους του Παγκρατίου, τις περισσότερες ημέρες.
Τα τελευταία χρόνια, λοιπόν, έχουν κλείσει άπειρα καταστήματα, ανάμεσα τους και αρκετά πολύ παλιά, τα οποία θυμάμαι να υπάρχουν, πως υπήρχαν μάλλον απ' όταν ήμουν παιδί. Τις προάλλες έκλεισε και ο Λέντζος, η γνωστή καφετέρια της οποίας το όνομα λίγο έλειψε να αντικαταστήσει το τοπωνύμιο της περιοχής όταν οι "ξένοι" έδιναν ραντεβού εκεί. Τι να πώ, λίγο πολύ εκεί μεγαλώσαμε όλοι - ή τουλάχιστον οι πιο κοινωνικοί - της γενιάς μου. Κοπάνες, ραντεβού, παρέες... κλείνοντας ο Λέντζος μου φάνηκε λες και χάθηκε η μνήμη της εφηβείας μου. Βέβαια τα τελευταία, αρκετά χρόνια, το μαγαζί χαροπάλευε και οι νέες γενιές είχαν μετακινηθεί προς τις πιο Trendy καφετέριες της Υμηττού, αλλά και πάλι η απώλεια ήταν στενάχωρη.
Κάτι άλλο που θυμάμαι επίσης με κάποια νοσταλγία, είναι πώς μέχρι κάποια εποχή είχαμε αρκετά αδέσποτα, κάποια σκυλιά και αρκετά γατιά, εξάλλου Βύρωνας και Καισαριανή πλάι στον Υμηττό είναι και είναι κοντά. Την βγάζανε στο Άλσος και σε κάποιες πλατείες στις οποίες απέμενε πράσινο και γενικά φαίνεται πως την παλεύαν μια χαρά. Δεν υπήρχε περίπτωση ανά δυό τρία τετράγωνα να μην υπήρχε και μια ηλικιωμένη ή κάποιος άλλος φιλόζωος (όχι σαν αυτούς οι οποίοι μπορεί να τα παράτησαν αρχικά), οι οποίοι τα πρόσεχαν. Κατά καιρούς πηγαίναμε και μερικά, ειδικά τίποτα πιτσιρίκια σε κανένα κτηνίατρο της περιοχής (είχαμε 3-4) να τους ρίξει μια ματιά, συνήθως αφιλοκερδώς. Τα αδέσποτα μας τέλειωσαν αρκετά πριν από τα μαγαζιά και για αντίθετους λόγους. Δηλαδή λόγω εκσυχρονισμού, τότε που πλησίαζαν τα olympic games και έπρεπε η πόλη να καθαρίσει (τότε από τα σκυλιά, τώρα από τους Πακιστανούς ή άλλους μετανάστες, μάλλον έχουμε θέμα με την καθαριότητα). Έτσι εκεί που είχα μάθει, πάλι πιτσιρικάς, στις τσάρκες στην περιοχή να έχω και παρέα τα βράδια μέλη της αγέλης αντί να γυρνάω μόνος μου, μοίραζόμασταν και κανά σουβλάκι που και πού, ξαφνικά εξαφανίστηκαν τα αδέσποτα.
Δεν λέω, είναι απαράδεκτο για μια σύγχρονη πόλη να έχει αδέσποτα, άγρια ζώα από τα οποία κινδυνεύουν οι πολίτες (και τα σουβλάκια τους), όπως επίσης απαράδεκτο είναι να βλέπεις ατσιμεντάριστο κομμάτι γης, ή τίποτα παλιόχορτα να ξεφυτρώνουν από το πεζοδρόμιο (ειδικά αυτές οι μαργαρίτες μοιάζουν εύθραυστες αλλά το τσιμέντο το κάνουν καλά). Αλήθεια έχετε παρατηρήσει πόσο έχει μειωθεί ο λάκκος/κύκλος των όσων δέντρων έχουν απομείνει στην πόλη, ενώ΄ταυτόχρονα αυξάνονται τα πλακάκια; Εκσυγχρονισμός βέβαια δεν λέω, παρ'ότι οι κάφροι ακόμα πετάνε τα σκουπίδια έξω από τους κάδους, παρκάρουν στις διαβάσεις των αναπήρων και άλλα πολλά, τουλάχιστον γλυτώσαμε από τα σκυλιά. Κανά δυό μας τα είχαν φέρει πίσω εμβολιασμένα, και ευνουχισμένα, τα άλλα, αρκετά άλλα δεν ξέρω...τι να σας πώ. και με τα διατροφικά σκάνδαλα που παίζουν, μπορεί να πέθαναν σε κανά μαζικό τάφο και να μην ούρλιαξαν ποτέ ξανά στην Εκάτη τις νύχτες με πανσέληνο (ψήλωσαν και πύκνωσαν και οι πολυκατοικίες, .πρέπει να κάνεις τάμα και να στραβολαιμιάσεις για την δείς πια). Πέρασαν χρόνια, τα ευνουχισμένα σκυλιά δεν αναπαράγονται, τα τελευταία χρόνια έβλεπα μόνο ένα κλασικό μούτρο, γέρικο το οποίο ήταν ημι-αδέσποτο καθώς κατά καιρούς το έβλεπα με κάποιον άνθρωπο εξίσου (εμφανισιακά) μισό-αδέσποτο. Έχω καιρό να το δώ και αυτό και αυτόν.
Οι γάτες βέβαια είναι πιο δύσκολη υπόθεση (όχι σαν τα περιστέρια αλλά κάπως έτσι). Αυτές δεν τις μάζεψαν οι ειδικές υπηρεσίες, αλλά ο πληθυσμός τους πάραυτα μειώθηκε θεαματικά, ευτυχώς που είχα προλάβει δηλαδή και είχα βρεί αυτή που μου κάνει παρέα 13 χρόνια τώρα. Δεν θέλω να πιστέψω πως το πολιτισμένο εκσυγχρονισμένο κράτος τις φόλιασε μαζικά, αλλά τα περιστέρια της περιοχής έτσι λέγαν. Όπως και να έχει κάποιες γλύτωσαν, συνέχισαν να αναπαράγονται, οπότε στα πιο απόμερα σοκάκια και στα ξέφτια πράσινου όλο και κάποια βλέπουμε ακόμα.
Όχι μακρυά από το σπίτι μου, υπάρχει (ακόμα) το κλασικό ψαράδικο της γειτονιάς. Όπως φαντάζεστε οι πιο θαρραλέες από τις λιγοστές πια γάτες της περιοχές την μετα-olympic games εποχή κάναν καταδρομικές επαιτείας προς τα εκεί, όλο και κάτι τους δίναν. Καθώς μάλιστα οι συγκεκριμένες δήθεν κλάψα, μαγκο-γατες ήταν πιο εξοικειωμένες, όλο και κάποιος μπορεί να σπίτωνε κανά μικρό τους όλον αυτόν το καιρό.
Μια τέτοια περίπτωση σπιτώματος μου έχει μείνει. Δίπλα από το ψαράδικο, είχε μέχρι πρόσφατα ένα μαγαζάκι η Wendy. Δίμετρη, Ολλανδή, αρχόντισσα 30something όταν το άνοιξε πριν δέκα χρόνια. Εντυπωσιακή γυναίκα, ακόμα και για τα Ολλανδικά δεδομένα, με αυτό το κυριλέ, ευγενικό ύφος και τρόπο που κάποιοι βόρειο-Ευρωπαίοι έχουν και με φτιάχνει. Δεν είχα μιλήσει ποτέ με την Wendy,δεν είχε τύχει, αλλά γούσταρα που την έβλεπα όταν πέρναγα από τον δρόμο. Επίσης προσωπικά δεν είχα ψωνίσει ποτέ από το κατάστημα δώρων της, ίσως κάποιοι δικοί μου να είχαν. Όχι γιατί δεν ήταν αξιόλογο, αλλά γιατί ως γνωστόν εκτός από κάποια συγκεκριμένα ήδη, βιβλία, μουσικά όργανα, περίπτερο-ειδή πχ είμαι η αποτυχία του καταναλωτισμού. Το μαγαζάκι ήταν πανέμορφο. Γεμάτο με αυτά τα ψιλολόίδια, είδη διακόσμησης και μικρά δωράκια που αρέσουν στις γυναίκες, όχι από τα βιομηχανοποιημένα και πλαστικούρες, αλλά από αυτά που μοιάζουν χειροποίητα και διαλεγμένα. Όταν λέω πως το μαγαζάκι ήταν γεμάτο, εννοώ τίγκα γεμάτο και θα σας εξηγήσω γιατί επιμένω.
Η Wendy λοιπόν, αρκετά χρόνια πριν, είχε πιάσει φιλίες με μια αδέσποτη γάτα της περιοχής, την οποία μάλλον γνώρισε στο ψαράδικο. Έτσι η μικρή δίμετρη Ολλανδέζα, έβαζε την γάτα στο μαγαζί για προστασία (της γάτας όχι του μαγαζιού) όταν έλειπε, και όταν το άνοιγε την άφηνε να γυρνά στην γειτονιά. Το εντυπωσιακό είναι πως η γάτα την έβγαζε πάντα ξάπλα μπροστά στην βιτρίνα (ειδικά την ημέρα για να λιάζεται) σε ένα τραπεζάκι από το οποίο ξεχείλιζαν τα ψιλολόγια της πραμάτειας. Ήταν από αυτά τα γατιά, τα οποία παρά το κακό όνομα του είδους τους δεν κάνουν ποτέ ζημιά ακόμα και σε περιπτώσεις που δεν το πιστεύεις. Έτσι όταν ήταν το μαγαζί ανοιχτό και πέρναγα γούσταρα να βλέπω την Wendy, όταν το μαγαζί ήταν κλειστό και πέρναγα γούσταρα να βλέπω την γάτα. Η γάτα είχε αποκτήσει και αυτή παρόμοιο αρχοντικό ύφος (ή το είχε από πριν γι' αυτό ταίριαξαν), και δεν έδινε και πολύ σημασία που της έκανα διάφορα από το τζάμι αλλά ήταν μασκότ και μου έφτιαχνε την διάθεση.
Η αλήθεια είναι πως αυτού του τύπου τα μαγαζιά σε εποχές δύσκολες, που δεν υπάρχει το έξτρα cash για ξόδεμα, δεν έχουν τύχη. Δηλαδή, ήταν εντυπωσιακό πώς το κράταγε η Wendy την τελευταία τριετία. Δεν ξέρω, πώς είχε φτάσει στην Ελλάδα, με κάποιον έρωτα, είχε φιλελληνικά αισθήματα τι να σας πω, δεν ξέρω. Το πάλευε όμως μέχρι την προηγούμενη εβδομάδα, όπου περνώντας δεν είδα ούτε την Wendy ούτε την γάτα, παρά ένα σημείωμα.
Δεν είχαμε μιλήσει ποτέ Wendy, αλλά σε γούσταρα και σένα και την γάτα σου. Είμαι σίγουρος πως θα συνεχίσεις να την φροντίζεις και να την αγαπάς. Ίσως σου θυμίζει λίγο και την Ελλάδα που αγάπησες τα τελευταία 10 χρόνια.