Το τελευταίο καιρό ανησυχώ όλο και περισσότερο για την επιρροή που έχουν διάφορα φαινόμενα στον πολυθεϊσμό καθώς κάποια προβλήματα που παλαιότερες εποχές ήταν περιφερειακά έχουν αρχίσει να γιγαντώνονται. Θα ήθελα στο μέλλον να επεκταθώ σε ένα ευρύτερο πλαίσιο αναφοράς αλλά προς το παρόν εν όψει των χριστιανικών εορτών και του συγκρητισμού που θεριεύει με αποτέλεσμα να κινδυνεύει να καταπιεί τον παραδοσιακό χαρακτήρα του πολυθεϊσμού αναπαράγω το παρακάτω κείμενο μου το οποίο δημοσιεύτηκε στο τεύχος 111 του
περιοδικού Φαινόμενα του Ελεύθερου τύπου με μια πολύ καλή επιμέλεια.
Οι παραδοσιακοί παγανιστικοί εορτασμοί του Ηλιοστασίου
Τα τελευταία χρόνια, ταυτόχρονα με την ανάπτυξη των σύγχρονων πολυθεϊστικών κοινοτήτων, υπήρξε μια ουσιαστική επανεξέταση των χριστιανικών εορτών υπό το πρίσμα των παγανιστικών στοιχείων, που αυτές ενσωμάτωσαν στο πέρασμα του χρόνου. Παράλληλα η παγκοσμιοποίηση, οδήγησε στην εξάλειψη των τοπικών ιδιαιτεροτήτων τις οποίες αυτοί οι εορτασμοί παρουσίαζαν παλαιότερα με αποτέλεσμα την πλήρη ομογενοποίηση των κυριοτέρων εξ' αυτών, όπως τα Χριστούγεννα. Ειδικά, για την συγκεκριμένη εορτή όπου τα ενσωματωμένα παγανιστικά χαρακτηριστικά ήταν ποικίλα και πολλά, ο σημερινός της χαρακτήρας δεν μπορεί παρά να χαρακτηριστεί ως ένα πολύχρωμο κολάζ παραδόσεων που περιλαμβάνει από αρχέγονες πρακτικές δεντρολατρείας, μέχρι σύμβολα δημιουργημένα στα τμήματα Marketing πολυεθνικών εταιριών, γεγονός που δυσκολεύει την όποια προσπάθεια αναζήτησης ουσιαστικού νοήματος. Αυτό βέβαια, είναι ένα πρόβλημα που μέχρι σήμερα απασχόλησε κυρίως τα χριστιανικά δόγματα, τα οποία διαπιστώνουν με φόβο ότι έχει υποχωρήσει ο χριστιανικός χαρακτήρας της εορτής με άνοδο των κυρίαρχων "παγανιστικών" στοιχείων και εδώ και καιρό ειδικά οι πιο "παραδοσιακές" φωνές τους συχνά κηρύττουν την ανάγκη εγκατάλειψης όλων αυτών των "ξένων" εισβολών. Όμως αυτό, κακώς αφήνει συνήθως αδιάφορους τους πολυθεϊστές, καθώς η μάχη δεν πρέπει να είναι μια αντιπαράθεση εξωτερικών τυπικών αλλά ουσίας.
Όπως φαίνεται, από τις περισσότερες συγκριτικές ή ιστορικές μελέτες προέλευσης που ερευνούν αυτά τα πολυθεϊστικά χαρακτηριστικά στους εορτασμούς των Χριστουγέννων, ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στον ηλιολατρικό χαρακτήρα της εορτής, τον σχετιζόμενο με το κοσμικό φαινόμενο του χειμερινού ηλιοστασίου. Ιστορικά βέβαια, η ηλιολατρεία με αυτά τα χαρακτηριστικά πρωτοεμφανίζεται στην ύστερη περίοδο της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, αρχής γενομένης με την εισβολή των ασιατικών λατρειών, που πάντα είχαν μια τάση για διχαστική αντιμετώπιση του κόσμου. Η ίδια η λατρεία του sol invictus, ή ανίκητου ήλιου που συχνά προωθείται ως τα "παγανιστικά" Χριστούγεννα, βασίζεται στην μεταφορά και προσπάθεια επικυριαρχίας της Συριακής λατρείας του Ilāh hag-Gabal (Ο θεός του βουνού Γκαμπάλ από τον οποίο προήλθε το εξελληνισμένο όνομα της ηλιακής θεότητας Ηλιογάβαλος ), από τον επίσης Σύρο αυτοκράτορα Μάρκο Αυρήλιο Αντωνίνο Αύγουστο (~203-222) της δυναστείας των Σεβερίνων, ο οποίος πρώτος προσπάθησε να συνενώσει τους λαούς της αυτοκρατορίας με ένα είδος πρώιμου περιεκτικού μονοθεϊσμού( inclusive monotheism)[1]. Ο Ηλιογάβαλος, όπως έμεινε γνωστός και ο αυτοκράτορας, μπορεί να απέτυχε και να ακυρώθηκαν τα περί θρησκείας έδικτά του, όμως στα βήματά του, ο Κωνσταντίνος καθιέρωσε αργότερα τον χριστιανισμό ως επίσημη λατρεία της αυτοκρατορίας, ενώ εν τω μεταξύ είχαν ενσωματωθεί και άλλα στοιχεία επίσης ασιατικών λατρειών όπως του Μιθραισμού. Οι σημερινοί λοιπόν παγανιστές, μοιάζει να επιστρέφουν σε αυτήν την προ χριστιανισμού ηλιολατρία, με την προσθήκη φιλοσοφικών επιρροών σε θεολογικό επίπεδο, οι οποίες έλκουν και αυτές την καταγωγή τους από τον μυστικισμό της ύστερης αρχαιότητας και κυρίως από τον νεοπλατωνισμό της τελευταίας περιόδου[2]. Έτσι, η ηλιολατρική καταβολή αυτής της έκφανσης του χριστιανισμού επαναεισπράτεται και από τους σύγχρονους πολυθεϊστές ή παγανιστές, οι οποίοι θεωρούν πως "καθαρίζοντας" την από τα τελευταία χριστιανικά ψήγματα, επαναφέρουν σε κάποιο βαθμό τις "παραδοσιακές" παγανιστικές εορτές του ηλιοστασίου, με έναν πανευρωπαϊκό ηλιολατρικό εορτασμό.
Με αυτά τα δεδομένα υποστηρίζουμε, πως ο παραδοσιακός πολυθεϊστικός χαρακτήρας των εορτών της περιόδου του χειμερινού ηλιοστασίου, παραμένει θαμμένος και θα προσπαθήσουμε να τον προσεγγίσουμε με δύο διαφορετικά συνήθως παραβλεπόμενα αλλά πολύ ενδιαφέροντα παραδείγματα, τα οποία καλύπτουν και το μεγάλο μέρος των πολυθεϊστικών παραδόσεων της Ευρώπης.
Σήμερα, έχουμε συνηθίσει στον δημιουργημένο από τα καταναλωτικά πρότυπα της μοντέρνας εποχής ανάλαφρο χαρακτήρα της εορτής των Χριστουγέννων, και αποχαυνωμένοι μέσα στα τεχνικά διαμορφωμένα αστικά περιβάλλοντά μας, εύκολα ξεχνάμε πως η αληθινή καρδιά του χειμώνα είναι ψυχρή άγρια και επικίνδυνη. Θα ήταν περίεργο, αν αυτός ο χαρακτήρας διέφευγε της προσοχής των παραδοσιακών πολυθεϊστών του παρελθόντος, και πράγματι κοιτώντας πίσω στους μύθους της βόρειας Ευρώπης, βρίσκουμε να δεσπόζει μια σκοτεινή αφήγηση για την εποχή που εξετάζουμε. Ο μύθος του "άγριου κυνηγιού", όπως συναντάται συνήθως, είναι μια πολύπλοκη και πολυπρόσωπη αφήγηση, με εξάπλωση σε όλο τον Ευρωπαϊκό βορρά και από την Αγγλία μέχρι τα όρια της Βαλτικής. Στην κοινή συγκεντρωτική της μορφή, αναφέρεται στην εμφάνιση μιας στοιχειακής ομάδας άγριων κυνηγών, αποτελούμενης από φάσματα νεκρών, δαιμονικά όντα, μαύρα σκυλιά κτλ[3] που υπό την καθοδήγηση μιας θεϊκής μορφής, συνήθως αντρικής που ταυτίζεται με τον Όντιν, περιδιαβαίνει τον κόσμο πετώντας πάνω από το έδαφος, καθ' όλη την διάρκεια των χειμερινών μηνών (το Yule σαν περίοδο), αλλά με κορύφωση τις τρείς ημέρες του χειμερινού ηλιοστασίου (Την εορτή του Yule). Αν κάποιος περπατά μόνος του έξω την νύχτα, μπορεί και να την συναντήσει. Και τότε κινδυνεύει να απαχθεί, να χάσει τα λογικά του, ακόμα και να σκοτωθεί, και το μόνο που τον σώζει είναι μόλις ακούσει την οχλαγωγή και τα γαυγίσματα των σκυλιών, να ξαπλώσει μπρούμυτα στην μέση του μονοπατιού χωρίς να κοιτάξει ούτε στιγμή το θαυμαστό φαινόμενο. Το "μαινόμενο πλήθος" σε αυτές τις περιοχές, κυρίως στις αγροτικές και δασικές, εμφανιζόταν τακτικά σύμφωνα με τις μαρτυρίες από τον 11ο μέχρι και τον 20αιώνα τρέφοντας την φαντασία των ανθρώπων με αποτέλεσμα την παρατηρούμενη πολυπλοκότητα στις καταγραφές.
Οι μελετητές του μύθου/φαινομένου έχουν κάνει πληθώρα εικασιών για το νόημα του, με συμπεράσματα που ποικίλουν ανάλογα με την κάθε εστίαση. Κάποιοι παρατηρώντας την ομοιότητα των περιγραφών για τους κυνηγούς/πολεμιστές του "πλήθους" με τις περιγραφές του Τάκιτου για το πως πολεμούν διάφορα Γερμανικά φύλλα συμπέραναν, πως πρόκειται για επιβιώσεις ορδών εισβολέων στην λαϊκή φαντασία. Άλλοι συσχέτισαν το φαινόμενα με τα ιστορικά κυνήγια των βασιλέων της περιοχής, στο δρόμο των οποίων καλό θα ήταν να μην βρεθεί κάποιος φτωχός χωρικός. Τέλος, άλλοι διαπίστωσαν πως αν αποφλοιώσουν την αφήγηση από τα τρομαχτικά, δαιμονικά στοιχεία που κατά την άποψη τους οφείλονται στην παρανόηση ή επί τούτου δαιμονοποίηση από τους χριστιανούς, μένει η υποψία μιας παγανιστικής τελετής για το Yule την περίοδο του χειμερινού ηλιοστασίου. Πράγματι, κάποιες παραλλαγές του μύθου και οι λαϊκές επιβιώσεις, μας προσφέρουν μια τέτοια εικόνα καθώς σε αυτές προΐσταται του κυνηγιού μια θηλυκή οντότητα (σε αυτή την έκφανση ταυτίζεται με την Φρέγια ή άλλη ανάλογη θεά) η οποία οδηγεί το ίδιο πλήθος πάνω από τα χωράφια και σε όσα περνάει αυτά γίνονται εύφορα. Αυτή η εξήγηση μάλιστα συνδέει και την ουσία του άγριου κυνηγιού με τους άλλους εορτασμούς του Yule που κατά κοινή ομολογία έχουν χαρακτήρα γονιμοποιητικό. Εδώ δεν πρέπει να μας ξεφεύγει επίσης η ομοιότητα μιας τέτοιας εικόνας με τις περιγραφές της κυνηγητικής κουστωδίας της Αρτέμιδος[4], ή με τις άγριες νυχτερινές, πανσέληνες, εμφανίσεις της Εκάτης με την συνοδεία μαύρων σκυλιών και φασμάτων νεκρών, μυθολογικές δηλαδή εκφράσεις που συχνά χρησιμοποιούνταν ώς μπαμπούλας από τους χριστιανούς γεγονός που δικαιολογεί τα τρομαχτικά χαρακτηριστικά με τα οποία ντύθηκε η αφήγηση κατά τον μεσαίωνα.
Η ύπαρξη των νεκρών ή των ψυχών στις αφηγήσεις, δεν πρέπει να μας κάνει εντύπωση, καθώς η ταύτιση τους με την γονιμότητα της Γής είναι δεδομένη αφού για την κυρίαρχη μαγικό-θρησκευτική αντίληψη, αυτοί είναι που έχουν την δύναμη εντός της γης και μπορούν να επηρεάζουν τα πλούτη που αυτή δίνει πίσω στους ανθρώπους[5]. Μάλιστα σε κάποιες αναφορές αυτοί που κινδυνεύουν από το μαινόμενο πλήθος[6] είναι αυτοί που δεν έχουν αποδώσει τις πρέπουσες τιμές στους προγόνους τους, τα χωράφια των οποίων θα αφήσει στείρα ο χειμώνας. Τέλος, δεν πρέπει επίσης να μας διαφεύγει, πόσο εύκολα θα μπορούσε να μετατραπεί μια κουστωδία μασκαρεμένων παγανιστών ακόμα και εύθυμης εορταστικής τελετής (το ανάλογο δηλαδή των Σατουρναλίων ή της εορτής των Πελωρίων ), σε άγριους επικίνδυνους δαίμονες, από το χριστιανικό φαντασιακό.
Η δεύτερη περίπτωση που θα εξετάσουμε αφορά την Ελληνική παράδοση, καθώς πουθενά δεν μαρτυρείται μια ηλιολατρικού περιεχομένου εορτή για τον χειμώνα[7]. Αντιθέτως γνωρίζουμε πως είναι κυρίως εορτές του Διονύσου, όπως τα μικρά Διονύσια ή τα Λήναια, που πραγματοποιούνται αυτή την περίοδο του χρόνου[8]. Επίσης σημαντικό, είναι ένα εξίσου παραμελημένο από τους σύγχρονους παγανιστές ζήτημα που τίθεται αρχής γενομένης από την ίδια την ονομασία του σεληνιακού μήνα στην διάρκεια του οποίου έχουμε το Χειμερινό ηλιοστάσιο. Ο μήνας ονομάζεται Ποσειδεών για πλήθος πόλεων[9] και κατά τα πρότυπα της ονομασίας των μηνών αυτό συμβαίνει γιατί είναι αφιερωμένος στον κυανοχαίτη θεό, πιθανότατα λόγω της εορτής των Ποσείδεων για την οποία δυστυχώς δεν έχουμε άμεσα στοιχεία. Όμως έχουμε πολλά στοιχεία απ’ όλη την επικράτεια του Ελληνικού κόσμου που δείχνουν πως η λατρεία του Ποσειδώνα εστιάζεται περίπου αποκλειστικά σε αυτήν περίοδο του χρόνου και η συγκεκριμένη εορτή πιθανότατα να ήταν η πλησιέστερη χρονικά στο χειμερινό Ηλιοστάσιο[10]. Η Έλλειψη αναφορών για εορτασμούς ηλιακών θεοτήτων αυτή την περίοδο ίσως περιπλέκει τα πράγματα κάνοντας αρκετούς να αναρωτιούνται - και γι' αυτό ίσως παραβλέπουν την ουσία του θέματος - τι σχέση μπορεί να έχει ο Ποσειδώνας ο θεός της θάλασσας με τον χειμώνα και το ηλιοστάσιο. Ίσως είναι χρήσιμο, να υπενθυμίσουμε πως η λατρεία του Ποσειδώνα κατά την κλασσική και ύστερη αρχαιότητα είναι αρκετά περιορισμένη σε σχέση με τις πρότερες περιόδους όπως για παράδειγμα τα μυκηναϊκά χρόνια κατά τα οποία ο Ποσειδώνας είναι η κυρίαρχη θεότητα στις εορτές και τιμές. Ο χαρακτήρας του σύμφωνα με όλα τα δεδομένα και ειδικά για τις παλαιότερες εποχές, δεν περιορίζεται στην θάλασσα και τους σεισμούς, όπως ίσως υπονοεί η κυρίαρχη εικόνα σήμερα, αλλά κατέχει πολύ πιο ευρύ πεδίο, όπως θα περιμέναμε εξ’ άλλου να συμβαίνει από το μυθικό μοίρασμα του κόσμου στα τρία αδέλφια παιδιά του Κρόνου. Στο παρόν, αρκεί να υπενθυμίσουμε πως ο σεισίχθων θεός, είναι επίσης ο κύριος όλου του υγρού στοιχείου που βρίσκεται στην Γη, των ποταμών και των γλυκών υδάτων που έχουν γεμίσει τις γεωλογικές αποθήκες του υδροφόρου ορίζοντα και αναβλύζουν με βοή τον χειμώνα, ίσως και πιο απόλυτα απ’ όσο μπορεί να θεωρηθεί άρχοντας του θαλασσίου ύδατος.[11] Είναι ο ίδιος η έκφραση του ζωτικού στοιχείου στην γη[12].
Κυρίως λοιπόν γι’ αυτόν το λόγο, της γονιμοποιούς για την γη δύναμης των γλυκών υδάτων, ο θεός συνδέεται σε πανάρχαιες λατρείες με την Δήμητρα. Aπ’ ότι φαίνεται μάλιστα πολύ πριν υπάρξουν τα Ελευσίνια μυστήρια και η εκεί λατρεία. Ειδικά στην Πελοπόννησο και περιοχές όπως η Αρκαδία, όπου παρατηρούμε λατρείες αδιάσπαστες από την μυκηναϊκή εποχή, βρίσκουμε αρκετά τέτοια χαρακτηριστικά και συνδέσεις όπως για παράδειγμα την λατρεία της αλογόμορφης (ιερό ζώο του Ποσειδώνα) Δήμητρας Ερινύς[13] . Κατ’ αντιστοιχία ακόμα και στην Ελευσίνα και για την περίοδο που μιλάμε, έχουμε στα τέλη του μήνα Ποσειδεόνα την μοναδική εορτή των Αλώων όπου τιμούνται μαζί Δήμητρα Ποσειδώνας (Πατρώος, Θεμελιούχος και προσβατέριος) και Διόνυσος με μια μεγάλη και χαρούμενη εορτή με φανερά έντονα τα γονιμοποιητικά χαρακτηριστικά. Μάλιστα εικάζεται πως και το όνομα αυτής της εορτής προέρχεται από το «Αλώς» το θερισμένο χωράφι[14] στο οποίο οι άντρες άναβαν μεγάλη πυρά[15] την ίδια ώρα που οι γυναίκες συμμετείχαν σε μια παννυχίδα με φαλλοφορίες .
Παρόμοιες τελετές με έντονα εορταστικό χαρακτήρα έχουμε καθ’ όλη την διάρκεια του μήνα και σε όλες τις περιοχές που αναφέρεται λατρεία του Ποσειδώνα, του Κύριου του Χειμώνα και του ηλιοστασίου. Αυτές μοιάζουν να συμπληρώνουν τις Διονυσιακές εορτές που επίσης κορυφώνονται κατά την χειμερινή περίοδο. Ο θεός της "ζωτικότητας" και ο θεός των χυμών της ζωής εδώ βρίσκουν το σημείο επαφής τους εκεί που από την μία η Γη ετοιμάζεται να θρέψει το σπέρμα, τον καρπό της ζωής, και να τον μεγαλώσει με την βοήθεια των γονιμοποιητικών δυνάμεων και από την άλλοι οι άνθρωποι βρίσκουν χρόνο για εύθυμους εορτασμούς και κοινωνικότητα την ώρα που το έχουν περισσότερο ανάγκη δηλαδή την εποχή που το σκοτάδι επικρατεί και η ανθρώπινη ψυχή κινδυνεύει να κλειστεί στον εαυτό της.
"Ην μεν γαρ Ποσιδεών μην, ίστε οιου χειμώνος...
Δωδεκάτη δε του μηνός αλουσιαν προσταζει ο θεός...
ταυτας τρεις ημέρας...διήγαγον δε περιπάτω χρώμενος κατ΄οικίαν και άμα παιδιά, ΟΙΑ ΕΟΡΤΩΝ ΟΥΣΩΝ. ΚΑΙ ΓΑΡ Η ΤΟΥ ΘΕΟΥ (Ασκληπιού) ΠΑΝΝΥΧΙΣ, εγκατειλήφει την ΠΡΟΤΕΡΑΝ ΕΟΡΤΗΝ, ΤΗΝ ΤΟΥ ΠΟΔΕΙΔΩΝΟΣ.
Η παραπάνω αναφορά του Αίλιου Αριστείδη (117 - 180 μκχ) στους «Ιερούς λόγους» μας δείχνει πως μέχρι και την εποχή του η κύρια εορτή του μήνα ήταν αφιερωμένη στον Ποσειδώνα. Μάλιστα η περιγραφή μας μιλάει για τουλάχιστον τριήμερους εορτασμούς και ένα ευτυχές οικογενειακό κλίμα όπου ο ρήτορας περνά χρόνο με τα παιδιά του. Βλέπουμε λοιπόν πως καθ’ όλη την διάρκεια της παγανιστικής αρχαιότητας και από Βορρά ως Νότο, οι εορτές της περιόδου του χειμερινού ηλιοστασίου είχαν χαρακτήρα κυρίως γονιμοποιητικών τελετών και ευθυμίας και σχετίζονταν συνήθως με την Γη και τις αρσενικές γονιμοποιητικές δυνάμεις[16] ενώ ταυτόχρονα απουσίαζε ο ηλιολατρικός χαρακτήρας που αργότερα επικράτησε και μέχρι τις ημέρες μας δείχνει να έχει πρωτοκαθεδρία σε χριστιανούς και παγανιστές συνάμα. Η κυριότερη όμως διαφορά βρίσκεται στην ενοιοδότηση του χειμώνα και του σκοταδιού που επικράτησε μετά την έλευση του μονοθεϊσμού. Καθώς για τους παγανιστές οι διχαστικοί διαχωρισμοί καλό/κακό φώς/σκοτάδι δεν υπάρχουν είναι λογικό οι εορτές τους να τιμούν τις δημιουργικές συμπαντικές δυνάμεις ενώ ταυτόχρονα απουσιάζουν τα ανταγωνιστικά χαρακτηριστικά που βρίσκουμε στην μετέπειτα ηλιολατρία όπου το καλό φώς επικρατεί του κακού σκοταδιού. Έτσι, εξηγείται ο ανάλαφρος και καθολικά εύθυμος χαρακτήρας των εορτασμών που ανιχνεύεται στην ουσία του παγανιστικού φαντασιακού και είναι αυτό περισσότερο από κάθε άλλη εξωτερική έκφανση[17] που ακολουθεί τις εορτές των "Χριστουγέννων/Ηλιουγέννων" μέχρι σήμερα, καθώς οι άνθρωποι στην βαθύτερη μας συνείδηση εξακολουθούμε να συνδεόμαστε με τους φυσιολογικούς ρυθμούς του κόσμου και την αντικειμενική αλήθεια της ζωής τα οποία κανένα αφύσικο περιβάλλον δεν μπορεί να ξεριζώσει.
*Συνοδευτικά δείτε και την πολύ καλή δουλειά ενός φίλου για το εορτολόγιο του μήνα