Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2014

ἑτερόρροπα θεῶν δῶρα

Σήμερα, έκανα ένα μικρό πέρασμα, για πολλοστή φορά, στην παλατινή ανθολογία. Στάθηκα λίγο στον Ριανό τον Κρή του οποίου καμιά δεκαριά επιγράμματα διασώζει η συλλογή. Για κάποιο ανεξήγητο λόγο μου κίνησε την περιέργεια, ενώ δεν τον είχα προσέξει ποτέ πριν, και τον έψαξα.

Η Σούδα λέει:
Ριανός ο και Κρής, ων Βηναίος. Βήνη δε πόλις Κρήτης. τινές δε Κεραϊτην, άλλοι δε Ιθώμης της Μεσσήνης αυτόν ιστόρησαν. ούτος δε ην της παλαίστρας πρότερον φύλαξ και δούλος, ύστερον δε παιδευθείς εγένετο γραμματικός, σύγχρονος Ερατοσθένους. έγραψεν εμμέτρως ποιήματα Ηρακλειάδα εν βιβλίοις δ'.

Μάλιστα έπεσα πάνω σε ένα άλλο σωζόμενο απόσπασμα του, το οποίο μας μεταφέρθηκε από τον Στοβαίο (3.4.33) στο κεφάλαιο Περὶ ἀφροσύνης, και μιας και οι καιροί που ζούμε είναι ιδιαιτέρως αλαζονικοί και υβριστικοί το μεταφέρω.

Ἦ ἄρα δὴ μάλα ἁμαρτίνοοι πελόμεσθα
ἄνθρωποι, φέρομεν δὲ θεῶν ἑτερόρροπα δῶρα
ἀφραδέϊ κραδίῃ. βιότοιο μὲν ὅς κ' ἐπιδευὴς
στρωφᾶται, μακάρεσσιν ἔπι ψόγον αἰνὸν ἰάπτει
ἀχνύμενος, σφετέρην δ' ἀρετὴν καὶ θυμὸν ἀτίζει,
οὐδέ τι θαρσαλέος νοέειν ἔπος οὐδέ τι ῥέξαι,
ἐρριγὼς ὅθι τ' ἄνδρες ἐχεκτέανοι παρέωσιν,
καί οἱ θυμὸν ἔδουσι κατηφείη καὶ ὀϊζύς.
Ὃς δέ κεν εὐοχθῇσι, θεὸς δ' ἐπὶ ὄλβον ὀπάζῃ
καὶ πολυκοιρανίην, ἐπιλήθεται οὕνεκα γαῖαν
ποσσὶν ἐπιστείβει θνητοὶ δέ οἱ εἰσὶ τοκῆες,
ἀλλ' ὑπεροπλίῃ καὶ ἁμαρτωλῇσι νόοιο
ἶσα Διὶ βρομέει, κεφαλὴν δ' ὑπέραυχον ἀνίσχει,
καίπερ ἐὼν ὀλίγος, μνᾶται δ' εὔπηχυν Ἀθήνην,
ἠέ τιν' ἀτραπιτὸν τεκμαίρεται Οὔλυμπόνδε,
ὥς κε μετ' ἀθανάτοισιν ἀρίθμιος εἰλαπινάζῃ.
Ἡ δ' Ἄτη ἁπαλοῖσι μετατρωχῶσα πόδεσσιν
ἄκρῃς ἐν κεφαλῇσιν ἀνώϊστος καὶ ἄφαντος
ἄλλοτε μὲν γραίῃσι νεωτέρη, ἄλλοτε δ' αὖτε
ὁπλοτέρῃσι γρηῦς ἐφίσταται ἀμπλακίῃσιν,
Ζηνὶ θεῶν κρείοντι Δίκῃ τ' ἐπίηρα φέρουσα. 

Λοιπόν, αλήθεια, οι άνθρωποι έχουμε νου που σφάλλει
κι αλόγιστα κρατούμε των θεών τ’ άστατα δώρα:
όποιος γυρίζει δίχως βιος εδώθε κείθε, πίκρα
γεμάτος στους μακάριους βαρειές ρίχνει βλαστήμιες
και την αξία του αψηφά και τη δική του ανδρεία.
δεν έχει  θάρρος να μιλεί μηδέ  κάτι να πράξει,
τρεμούλα νιώθει σα βρεθεί με πλούσιους κτηματίες
και την καρδιά η βαρυθυμιά τού τρώει κι η μιζέρια.
Και κείνος που καλοπερνά και πλούτη ο θεός τού δίνει
κι ηγεμονία πολύ τρανή, ξεχνά πως με τα πόδια
πάνω στο χώμα περπατεί κι από θνητούς βαστάει .
απ’ το περίσσιο ξύπασμα και τη στραβή του σκέψη
βροντά σα Δίας, ο μικρός, κι αγέρωχο στυλώνει
το κεφάλι .  την Αθηνά με τα πανώρια χέρια
νύφη του παίρνει και τηρά του Ολύμπου μονοπάτι
να βρει, με τους αθάνατους μαζί να ξεφαντώσει.
Ωστόσο ελαφροπάτητη ξοπίσω τους η Άτη
απρόσμενη κι αθώρητη, απ’ τα κεφάλια πάνω
διαβαίνοντας είτε σα ναι κοπέλλα γερασμένες
φτάνει τις αμαρτίες ή, γερόντισσα, τις νέες,
κάνοντας χάρη στο μεγάλο Δία και στη Δίκη.
Νεοελληνική απόδοση του Μίνωος Κοκολάκη


Θέλουν σωφροσύνη τα ετερόρροπα των θεών δώρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: