Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2009

Οι αμαζόνες έρχονται, είμαι άντρας κινδυνεύω;

Πριν 2-3 εβδομάδες είχα παραστεί σε μια ομιλία του Τρύφωνα Ολύμπιου με τίτλο «Ιδέες και Προτάσεις για Ελληνική Αναγέννηση» κατά την οποία ο Τρύφωνας παρουσίασε το ομότιτλο πόνημα του το οποίο ευελπιστεί να αποτελέσει ένα είδος ιδεολογικού εγχειριδίου για το «σας παρακαλώ βρείτε άλλη λέξη» Ελληνοκεντρικό, «σιγά μην είναι τέτοιο» κίνημα.

Μια παρουσίαση και σχολιασμός του πονήματος από τον Θέσπη εδώ. για να πάρετε μια ιδέα. Για παραπάνω πληροφορίες η ομιλία την οποία παρακολούθησα αναπαράγεται στον ιστοχώρο του Ιάσωνα εδώ. Σκοπεύω μόλις βρω χρόνο να εκφράσω μερικές απόψεις και σίγουρα περισσότερες απορίες τώρα που διάβασα και το εν λόγω εγχειρίδιο, ας πάμε όμως στο θέμα μας.
Είναι αλήθεια πως προέκυψαν πολλά ερωτήματα για τον Τρύφωνα κατά την διάρκεια της ομιλίας του και κατάφερα να του εκφράσω δυο τρία εκείνη την ώρα ( τα οποία ακούγονται στο 2ο βιντεάκι ). Μια βασική μου απορία όχι μόνο προς τον Τρύφωνα αλλά σαφώς γενικότερη είναι πως γίνεται να βασίζεται κάποιος ιδεολογικά σε μια θρησκευτικού τύπου πίστη στην «επιστήμη» (σε εισαγωγικά έτσι ώστε να δηλώνει την σύγχρονη τεχνική κυρίως γνώση, εν αντιθέσει με το αρχικό επίσταμαι ), την ίδια στιγμή που πολεμάει έναν άλλου τύπου μεσσιανισμό. Για να εκφράσω λοιπόν αυτή την απορία ανέφερα πως και η όποια βεβαιότητα μας για την «επιστημονική» μας γνώση δεν αποδεικνύεται ιστορικά παρά μια αφέλεια αφού μετά από χρόνια καταλαβαίνουμε πως οι παρενέργειες των ασφαλούς γνώσεως και δυνατής πίστης πράξεων μας είναι χειρότερες από το αρχικό αίτιο που ξεκινήσαμε να πολεμάμε. Έφερα το παράδειγμα για τα εντομοκτόνα στις καλλιέργειες, και κάτι για οιστρογόνα και βατραχάκια που είχα διαβάσει.
Έψαξα μετά να βρω την είδηση με τα χαριτωμένα αμφίβια ( όσο ακόμα υπάρχουν ) μην τυχόν και είχα χρησιμοποιήσει λάθος παράδειγμα ή είχα παρανοήσει κάτι, δυστυχώς δεν βρήκα την αρχική ξενόγλωσση πηγή που είχα διαβάσει βρήκα όμως την αναφορά σε είδηση στο in.gr εδώ

Μας λέει λοιπόν το κείμενο

"Η επέλαση του Batrachochytrium dendrobatidis δεν φαίνεται ότι μπορεί να ανακοπεί άμεσα, τόσες δεκαετίες μετά την αρχή του κακού. Ο μύκητας πιστεύεται ότι εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο από το νοτιοαφρικανικό βάτραχο Xenopus laevis, ο οποίος τις δεκαετίες του 1930 και 1940 χρησιμοποιούνταν ευρέως σε τεστ εγκυμοσύνης -τα ούρα της εγκύου περιέχουν αρκετές ορμόνες ώστε να προκαλέσουν ωορρηξία στα βατράχια αν διοχετευτούν με ένεση μέσα στην κοιλιά τους."

Και αυτό χρησιμοποίησα ως επιχείρημα,

Στην προσπάθεια μου όμως να ψάξω την είδηση για να επιβεβαιώσω πως δεν είχα παρανοήσει βρήκα και άλλα ενδιαφέροντα που συνδέονται και μου είχαν ξεφύγει.
Αρχικά πως «H γεωργία υπεύθυνη για σεξουαλικές ανωμαλίες στα βατράχια» και τέλος πως «Οι άνδρες σε κίνδυνο από την περιβαλλοντική μόλυνση» όπου αναγράφονται τα εξής ενδιαφέροντα από επιστημονικές μελέτες :-)

«..τα αγόρια γυναικών οι οποίες είχαν εκτεθεί σε φθαλικούς εστέρες κατά την εγκυμοσύνη έχουν συνήθως μικρότερα γεννητικά όργανα.»

«τα αγόρια των οποίων οι μητέρες είχαν εκτεθεί σε πολυχλωριωμένα διφαινύλια (PBCs), προτιμούσαν να παίζουν με «κούκλες και κουζινικά», αντί με τα συνηθισμένα «αγορίστικα παιγνίδια».

«Σε περιοχές με σοβαρή χημική μόλυνση, σε χώρες όπως ο Καναδάς, η Ρωσία και η Ιταλία, οι γεννήσεις κοριτσιών είναι διπλάσιες σε σχέση με των αγοριών.»

«Η απειλή αφορά όχι μόνο την ανθρώπινη υγεία αλλά και την οικολογική ισορροπία, καθώς οι υποδοχείς των αναπαραγωγικών ορμονών είναι σχεδόν ίδιοι σε όλα τα είδη των σπονδυλωτών. Φαινόμενα εκθήλυνσης έχουν παρατηρηθεί κυρίως σε ψάρια και αμφίβια, αλλά και σε πολλά θηλαστικά, ακόμα σε ερμαφρόδιτες πολικές αρκούδες.»

Θυμήθηκα λοιπόν το κλασσικό «φεμινιστικό» πως αν δεν ήταν οι άντρες που ελέγχουν τον κόσμο δεν θα γίνονταν πόλεμοι, δεν θα κάναμε βλακείες κτλ. Αναρωτήθηκα λοιπόν μήπως αυτός είναι ο τρόπος που η «επιστήμη» θα μας λύσει το πρόβλημα και λόγο αυτού του γεγονότος αποτελεί και βασική ιδεολογική αρχή. Λέτε αν γεμίσουμε τον κόσμο θηλυκά να σωθούμε; Αν μη τι άλλο να ομορφύνουμε λίγο πριν εξαφανιστούμε.

Οι αμαζόνες έρχονται, είμαι άντρας κινδυνεύω; (να ηχεί παρόμοια με το διαφημιστικό των παγωτών Δωδώνη παρακαλώ ).

Τετάρτη 11 Νοεμβρίου 2009

Χελιδονόψαρο πάνω απο την Αθήνα

Επιστρέφοντας στην Αθήνα πριν λίγες ημέρες, ακριβώς μετά την βροχόπτωση, μέσω της περιφερειακής οδού ( Υμηττού ), είχα την τύχη να δώ από ψηλά την Αττική χωρίς το εμφανές καυσαέριο που κατεβάζει τα πέπλα, μιας και η πρόσφατη βροχή είχε καταφέρει τουλάχιστον για λίγο να ξεπλύνει την μαυρίλα και την μπόχα μας.

Επειδή είναι λίγες οι περιπτώσεις που η ατμόσφαιρα στον Αττικό ουρανό έχει αυτή την διαύγεια είναι λίγες και οι φορές που οι Αθηναίοι κατανοούμε αισθητικά το πού ζούμε, αν βεβαίως σταθούμε να παρατηρήσουμε.

Παλαιότερα διασκέδαζα αφάνταστα με τις νουβέλες του Tom Robins*, στις οποίες οι ευρηματικότατες, τρελές και παλαβές, συχνά ακατανόητες παρομοιώσεις του είναι από τις αγαπημένες μου στιγμές όταν διαβάζω τα έργα του. Όμως ενώ πάντα με διασκέδαζαν, παρέμενα με την απορία πως γίνεται να σκεφτεί κάποιος τέτοιες παλαβομάρες για να παρομοιάσει καταστάσεις, χρησιμοποιώντας τόσο άσχετα και ασύνδετα, ανομοιογενή αντικείμενα. Και τί φαντασία χρειάζεται για κάτι τέτοιο.

Ε λοιπόν, εκεί που κοίταγα την Αττική από ψηλά, με τέλεια ορατότητα και τα σύννεφα να κάνουν παιχνίδια με τον ήλιο, είχα μια σπάνια και πολύ ζωντανή έκλαμψη και επιτέλους κατάλαβα και τον Robins. Γιατί η Αθήνα, από εκεί μου έμοιαζε σαν μια γιγάντια μυκητίαση, σαν ψώρα, ένα έκζεμα στον δέρμα της όμορφης Αττικής. Ευτυχώς το αυτοκίνητο που διέσχιζε γοργά την οδό σαν χελιδονόψαρο τον καιρό της αναπαραγωγής :-) μπήκε στο τούνελ και έσβησε και η παρομοίωση.

*ο οποίος απάντησε με τον παρακάτω φανταστικό τρόπο σε πρόσφατη ερώτηση δημοσιογράφου για το το τι σκοπεύει να κάνει μετά την συγγραφή του τελευταίου «παιδικού» του έργου για την μπύρα.
«Not my problem. I've decided to take advantage of outsourcing. My next novel will be written by a couple of guys in Bangalore.»

Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2009

Το κοράκι

Βρήκα στο youtube ένα τραγούδι που πολύ μου αρέσει και είπα να το μοιραστώ. Είναι από τα παγανά με όνομα Omnia και είναι μια εξαιρετική μελοποίηση του πασίγνωστου ποιήματος "Το Κοράκι" του μεγάλου E.A.Poe.



Και για όσους δεν το έχουν ( το ποίημα ) παραθέτω και μια Ελληνική μετάφραση που με μια πρόχειρη αναζήτηση βρήκα.
Η μετάφραση είναι του κ. Ηλία Πολυχρονάκη και την βρήκα εδώ.


ΜΙΑ φορά, τα μεσάνυχτα τα σκοτεινά, αδύναμος και αποκαμωμένος καθώς συλλογιζόμουν,

πάνω σε ένα πολύ ασυνήθιστο και περίεργο τόμο απολησμονημένης γνώσης,

έγειρα το κεφάλι, ίσα που μ' έπαιρνε ο ύπνος· τότε έξαφνα, έρχεται ένας ανάλαφρος σιγανός χτύπος,

όπως όταν κάποιος χτυπάει ευγενικά την πόρτα του δωματίου μου.

«Κάποιος επισκέπτης θα είναι» μουρμούρισα «που χτυπάει την πόρτα του δωματίου μου—

Μόνο αυτό και τίποτα παραπάνω».


Αχ! Χαρακτηριστικά θυμάμαι πως ήταν τον ανεμοδαρμένο παγερό Δεκέμβρη,

και η κάθε μια ξεχωριστή ξεθρακιασμένη σπίθα άπλώνε βαθμιαία το φάσμα της στο πάτωμα.

Ανυπόμονα ευχόμουν να έρθει το αύριο — μάταια είχα γυρέψει να δανειστώ από τα βιβλία μου

ένα τρόπο να δοθεί τέλος στη λύπη, την λύπη για την απολεσθείσα Λενόρ

την εξαίρετη κι’ απαστράπτουσα κόρη που την αποκαλούν οι άγγελοι Λενόρ —

εδώ όμως μένει παντοτινά.χωρίς όνομα να την καλούν.


Και το μεταξένιο, λυπητερό, αβέβαιο θρόισμα της κάθε μιας βυσσινί κουρτίνας,

μου γεννούσε το ρίγος της συγκίνησης, με καταλάμβανε με τέτοιους φανταστικούε τρόμους που δεν τους είχα νοιώσει ποτέ πριν.

Έτσι που, τώρα, για να νεκρώσω το δυνατό μου χτυποκάρδι, στάθηκα όρθιος και είπα σα να επαναλάμβανα:

«Κάποιος επισκέπτης θα είναι στην θύρα της κάμεράς μου που εκλιπαρεί να εισέλθει.

Κάποιος αργοπορημένος επισκέπτης που εκλιπαρεί από την πόρτα του δωματίου μου να εισέλθει.

Για αυτό πρόκειται και όχι για κάτι περισσότερο».


Η ψυχή μου γυρίζοντας στη θέση της ενδυναμώθηκε, και πλέον δεν ήταν σε δισταγμό.

«Κύριε» είπα εγώ, «ή Κυρία, ειλικρινά εκλιπαρώ την συγχώρεσή σας,

αλλά το γεγονός είναι ότι με πήρε ο ύπνος κι έτσι ανάλαφρο που ήταν το άξαφνο σας χτύπημα,

και τόσο υποτονικά που ήρθε το ελαφρύ άξαφνο χτύπημα, ο ανάλαφρος κρότος στη θύρα του δωματίου,

που πολύ αμφιβάλλω αν Σας άκουσα» — εδώ ανοίγω διάπλατα την πόρτα —

σκοτάδι εκεί και τίποτα άλλο.


Κοίταξα ερευνητικά, βαθιά μέσα στο σκότάδι εκείνο, μένοντας εμβρόντητος εκεί, για πολύ, νοιώθοντας το δέος,

την αμφιβολία, και βλέποντας όνειρα, που κανείς ποτέ θνητός δεν τόλμησε πιο πριν να ονειρευτεί.

Όμως τίποτα δεν τάραζε την σιγαλιά, και η ακινησία δεν μου έδινε κάποιο σημείο,

και η μόνη λέξη που ακούστηκε εκεί, ήταν η ψιθυριστή λέξη «Λενόρ».

Αυτό ψιθύρισα εγώ, και μια ηχώ μου αντιγυρνά ψιθυριστά την λέξη «Λενόρ».

Απλώς αυτό και άλλο τίποτα.


Ξαναγυρίζοντας στην κάμερα, φλεγόταν ολόκληρη η ψυχή μέσα μου

και σε μικρό διάστημα άκουσα πάλι ένα ανάλαφρο χτύπο, κάτι δυνατότερο από το προηγούμενο.

«Ασφαλώς» είπα εγώ, «ασφαλώς ετούτο είναι στο καφασωτό του παραθύρου μου,

ας δω επομένως τι είναι σε εκείνο το σημείο και το μυστήριο αυτό να διερευνήσω—

ας νεκρώσω την καρδιά μου μια στιγμή και ας διερευνήσω το μυστήριο αυτό—

Ο άνεμος θα είναι και άλλο τίποτα».


Σε αυτό το σημείο ανοίγω το πατζούρι, όταν, με ένα πολύ φευγαλέο πέταμα και φτεροκόπημα,

εκεί μέσα μπήκε ένα μεγαλόπρεπο Κοράκι των παλαιών ευσεβών εποχών.

Χωρίς να κάνει βαθιά υπόκλιση, δίχως στιγμή να σταματήσει ή να σταθεί στη θέση του,

αλλά υποσκάπτοντας τους καλούς τρόπους, πήγε και κούρνιασε ψηλά στην θύρα της κάμεράς μου-

κάθισε ψηλά, πάνω στο μπούστο της Παλλάδας, ακριβώς πάνω από την πόρτα της κάμεράς μου-

κούρνιασε ψηλά και κάθισε χωρίς να κάνει τίποτα άλλο.


Ύστερα, αυτό το πουλί στο μαύρο του εβένου ξεγέλασε την οικτρή μου ψευδαίσθηση να φτάσει σε χαμόγελο,

με το βαρύ και άκαμπτο τυπικό της αταραξίας που φορούσε.

Του είπα «Μολονότι το λοφίο σου είναι απογυμνωμένο και ξυρισμένο είσαι εσύ, δειλό πάντως δεν είσαι,

ειδεχθές, αποτρόπαιο και παλαιό Κοράκι που πλανιέσαι από την όχθη της Νύχτας—

για πες μου ποιο είναι το αρχοντικό σου όνομα που σε καλούν στην όχθη της Υποχθόνιας Νύχτας!»

«Ποτέ πια», είπε το Κοράκι.


Πολύ εξεπλάγην από το άκομψο αυτό πουλί, ακούγοντάς το να συνδιαλέγεται τόσο ανεπιτήδευτα,

μολονότι η απάντησή του λίγα σήμαινε — μεγάλη συνάφεια δεν είχε.

Διότι αναπόφευκτα συμφωνούμε ότι κανένα ζωντανό ανθρώπινο ον

ποτέ δεν είχε την ευτυχία να δει ένα τέτοιο πουλί πάνω από την πόρτα της κάμαράς του—

είτε επρόκειτο για πουλί, είτε για κτήνος, πάνω στο γλυπτό μπούστο ψηλά στην πόρτα της κάμεράς του,

να έχει ένα τέτοιο όνομα όπως το «Ποτέ πια».


Αλλά το Κοράκι στεκόταν μοναχό σε αυτό το γαλήνιο μπούστο, λέγοντας μονάχα

εκείνες τις λέξεις, λες και η ψυχή του ξεχείλιζε με εκείνες τις λέξεις.

Τίποτε παραπέρα κατόπιν δεν εκστόμισε, και ούτε ένα πούπουλό του κατόπιν δεν πετάρισε—

Ώσπου, μόλις ψιθυρίζοντας, μουρμούρισα: «Κι άλλοι φίλοι μου, από πριν, πάνε, πετάξανε και φύγανε—

Σαν θα έρθει το πρωί και τούτο θα με αφήσει, όπως πέταξαν και πάνε οι Ελπίδες μου οι παλιές».

Μετά το πουλί είπε, «Ποτέ πια».


Ξαφνιασμένος με την ακινησία που μόνο η τόσο επιδέξια δοσμένη απάντηση την διέκοπτε,

είπα: «Δίχως αμφιβολία, αυτό που εκφέρει είναι το μόνο του εφόδιο και υλικό

που γράπωσε από κάποιον δυστυχισμένο αφέντη που η ανηλεής του Kαταστροφή

τον ζύγωνε όλο και πιο κοντά, μέχρι που τα τραγούδια του μία μοναδική επωδό να φέρουν,

μέχρι που οι θρήνοι της Ελπίδας του να φέρνουνε το μελαγχολικό φορτίο

του Ποτέ — Ποτέ πια».


Αλλά το Κοράκι ακόμη ξεστράτιζε την καταλυπημένη μου ψυχή στο γέλιο,

Ευθύς, τσούλησα ένα κάθισμα με μαξιλάρια μπροστά από το πουλί και το μπούστο και την πόρτα.

Κατόπιν, βουλιάζοντας πάνω στο βελούδο, επιδόθηκα σε συνδυασμούς της μιας φαντασίωσης με την άλλη,

Σκεπτόμενος τι είναι εκείνο το οποίο εννοεί το δυσοίωνο — του παλαιού καιρού— πουλί, 70

Τι είναι εκείνο το οποίο εννοούσε το ζοφερό, άχαρο, ειδεχθές, πένθιμο και δυσοίωνο —του παλαιού καιρού— πουλί

Τι εννοούσε κρώζοντας «Ποτέ πια».


Έτσι ήμουν καθισμένος, κλεισμένος σε εικασίες, χωρίς να εκφράσω ούτε συλλαβή

στο πουλί, του οποίου τα φλογισμένα μάτια τώρα βάζανε φωτιά στα ενδόμυχα της καρδιάς μου·

Για ετούτα και για άλλα, καθόμουν κι έκανα εικασίες με το κεφάλι μου αναπαυτικά πλαγιασμένο, 75

στην βελούδινη επένδυση του μαξιλαριού, όπου έπεφτε χαιρέκακα το φως της λάμπας.

Αλλά όμως εκείνης ακριβώς της βελούδινης μενεξεδένιας επένδυσης όπου χαιρέκακα έπεφτε το φως της λάμπας,

και που Εκείνη δεν θα πιέσει, αχ, ποτέ πια.


Κατόπιν μου φάνηκε να πυκνώνει ο αέρας, αρωματιζόμενος από κάποιο αόρατο θυμιατήρι

που το έσειε ένα Σεραφείμ και τα βήματά του κουδούνιζαν στο πυκνό δάπεδο. 80

«Φουκαρά» είπα με φωνή μεγάλη, «ο Θεός έχει προσφέρει σε εσένα — δια μέσω αυτών των αγγέλων, έχει προσφέρει σε εσένα

Ανακούφιση — ανακούφιση και νηπενθές από τις αναμνήσεις της Λενόρ!

Πίνε, ω, πίνε με γουλιές μεγάλες αυτό το ευγενικό το νηπενθές και ξέχασε αυτήν την απολεσθείσα Λενόρ».

«Ποτέ πια», είπε το Κοράκι.


«Προφήτη!» είπα «το πράγμα του κακού! — προφήτη εντούτοις, μια πουλί μια διάβολος

είτε σε στέλνει ο Πειρασμός, ή και αν η θύελλα σε στριφογύρισε και σε έριξε εδώ στην ξηρά,

Εγκαταλελειμμένο, απτόητο παρ' όλα αυτά, σε αυτή την έρημη χώρα σε έριξε δεμένο με μάγια —

σε αυτό το σπίτι που το στοίχειωσε η Φρίκη - έλα, πες μου, αληθινά, σε παρακαλώ,

πες μου πες μου εκλιπαρώ, βρίσκεται κάποιο βάλσαμο παρηγοριάς στα βουνά της Γαλαάδ;»

«Ποτέ πια», είπε το Κοράκι.


«Προφήτη!» είπα «της συμφοράς το πράγμα! - προφήτη εντούτοις, είτε πουλί είτε διάβολος!

Στο όνομα του ουρανού που πάνω μας κυρτώνει, στο όνομα του Θεού που και οι δυο μας λατρεύουμε—

Λέγε σε ετούτη την ψυχή την φορτωμένη θρήνο, λέγε αν μέσα στην μακρινή Εδέμ,

Πρόκειται να σφίξει στην αγκαλιά της μια αγιασμένη κόρη που την αποκαλούν οι άγγελοι Λενόρ-

Αν σφίξει μια εξαίρετη και απαστράπτουσα κόρη που την αποκαλούν οι άγγελοι Λενόρ—

Αν σφίξει μια εξαίρετη και απαστράπτουσα κόρη που Λενόρ την αποκαλούν οι άγγελοι».

«Ποτέ πια», είπε το Κοράκι.


«Το σύμβολο του αποχωρισμού μας να γίνουνε αυτές οι λέξεις, πουλί ή πνεύμα του κακού!»

Με μια στριγκλιά σηκώθηκα, κάνοντας μια κίνηση αναρρίχησης —

«Να επιστέψεις στη θύελλα και στην όχθη της Καταχθόνιας Νύχτας!

Μαύρο φτερό να μην αφήσεις σαν ενθύμημα του ψεύδους που έχεις πει από την ψυχή σου!

Μη μου ταράζεις τη μοναχικότητα! Φύγε απ' το μπούστο πάνω απ' την πόρτα μου!

Πάρε το ράμφος σου από τα μύχια της καρδιάς μου, και πάρε τη μορφή σου μακρυά απ' την πόρτα μου!»

«Ποτέ πια», είπε το Κοράκι.


Και του Κορακιού το γρήγορο αθόρυβο πέταγμα δεν ακούγεται, ακίνητο κάθεται, ασάλευτο κάθεται,

στο κατάχλομο μπούστο της Παλλάδας, πάνω ακριβώς από την πόρτα της κάμερας

και τα μάτια του έχουνε τα πάντα απ' την όψη ενός δαίμονα που ρεμβάζει,

και το φως της λάμπας χύνεται απάνω του, ρίχνοντας στο δάπεδο τη σκιά του·

και η ψυχή μου, από μέσα από τη σκιά που κινείται και απλώνεται στο πάτωμα,

δεν θα ανασηκωθεί — ποτέ πια.
Και το αυθεντικό για να το παρακολουθήσετε με την μουσική από εδώ

Once upon a midnight dreary, while I pondered weak and weary,
Over many a quaint and curious volume of forgotten lore,
While I nodded, nearly napping, suddenly there came a tapping,
As of some one gently rapping, rapping at my chamber door.
`'Tis some visitor,' I muttered, `tapping at my chamber door -
Only this, and nothing more.'

Ah, distinctly I remember it was in the bleak December,
And each separate dying ember wrought its ghost upon the floor.
Eagerly I wished the morrow; - vainly I had sought to borrow
From my books surcease of sorrow - sorrow for the lost Lenore -
For the rare and radiant maiden whom the angels named Lenore -
Nameless here for evermore.

And the silken sad uncertain rustling of each purple curtain
Thrilled me - filled me with fantastic terrors never felt before;
So that now, to still the beating of my heart, I stood repeating
`'Tis some visitor entreating entrance at my chamber door -
Some late visitor entreating entrance at my chamber door; -
This it is, and nothing more,'

Presently my soul grew stronger; hesitating then no longer,
`Sir,' said I, `or Madam, truly your forgiveness I implore;
But the fact is I was napping, and so gently you came rapping,
And so faintly you came tapping, tapping at my chamber door,
That I scarce was sure I heard you' - here I opened wide the door; -
Darkness there, and nothing more.

Deep into that darkness peering, long I stood there wondering, fearing,
Doubting, dreaming dreams no mortal ever dared to dream before
But the silence was unbroken, and the darkness gave no token,
And the only word there spoken was the whispered word, `Lenore!'
This I whispered, and an echo murmured back the word, `Lenore!'
Merely this and nothing more.

Back into the chamber turning, all my soul within me burning,
Soon again I heard a tapping somewhat louder than before.
`Surely,' said I, `surely that is something at my window lattice;
Let me see then, what thereat is, and this mystery explore -
Let my heart be still a moment and this mystery explore; -
'Tis the wind and nothing more!'

Open here I flung the shutter, when, with many a flirt and flutter,
In there stepped a stately raven of the saintly days of yore.
Not the least obeisance made he; not a minute stopped or stayed he;
But, with mien of lord or lady, perched above my chamber door -
Perched upon a bust of Pallas just above my chamber door -
Perched, and sat, and nothing more.

Then this ebony bird beguiling my sad fancy into smiling,
By the grave and stern decorum of the countenance it wore,
`Though thy crest be shorn and shaven, thou,' I said, `art sure no craven.
Ghastly grim and ancient raven wandering from the nightly shore -
Tell me what thy lordly name is on the Night's Plutonian shore!'
Quoth the raven, `Nevermore.'

Much I marvelled this ungainly fowl to hear discourse so plainly,
Though its answer little meaning - little relevancy bore;
For we cannot help agreeing that no living human being
Ever yet was blessed with seeing bird above his chamber door -
Bird or beast above the sculptured bust above his chamber door,
With such name as `Nevermore.'

But the raven, sitting lonely on the placid bust, spoke only,
That one word, as if his soul in that one word he did outpour.
Nothing further then he uttered - not a feather then he fluttered -
Till I scarcely more than muttered `Other friends have flown before -
On the morrow he will leave me, as my hopes have flown before.'
Then the bird said, `Nevermore.'

Startled at the stillness broken by reply so aptly spoken,
`Doubtless,' said I, `what it utters is its only stock and store,
Caught from some unhappy master whom unmerciful disaster
Followed fast and followed faster till his songs one burden bore -
Till the dirges of his hope that melancholy burden bore
Of "Never-nevermore."'

But the raven still beguiling all my sad soul into smiling,
Straight I wheeled a cushioned seat in front of bird and bust and door;
Then, upon the velvet sinking, I betook myself to linking
Fancy unto fancy, thinking what this ominous bird of yore -
What this grim, ungainly, ghastly, gaunt, and ominous bird of yore
Meant in croaking `Nevermore.'

This I sat engaged in guessing, but no syllable expressing
To the fowl whose fiery eyes now burned into my bosom's core;
This and more I sat divining, with my head at ease reclining
On the cushion's velvet lining that the lamp-light gloated o'er,
But whose velvet violet lining with the lamp-light gloating o'er,
She shall press, ah, nevermore!

Then, methought, the air grew denser, perfumed from an unseen censer
Swung by Seraphim whose foot-falls tinkled on the tufted floor.
`Wretch,' I cried, `thy God hath lent thee - by these angels he has sent thee
Respite - respite and nepenthe from thy memories of Lenore!
Quaff, oh quaff this kind nepenthe, and forget this lost Lenore!'
Quoth the raven, `Nevermore.'

`Prophet!' said I, `thing of evil! - prophet still, if bird or devil! -
Whether tempter sent, or whether tempest tossed thee here ashore,
Desolate yet all undaunted, on this desert land enchanted -
On this home by horror haunted - tell me truly, I implore -
Is there - is there balm in Gilead? - tell me - tell me, I implore!'
Quoth the raven, `Nevermore.'

`Prophet!' said I, `thing of evil! - prophet still, if bird or devil!
By that Heaven that bends above us - by that God we both adore -
Tell this soul with sorrow laden if, within the distant Aidenn,
It shall clasp a sainted maiden whom the angels named Lenore -
Clasp a rare and radiant maiden, whom the angels named Lenore?'
Quoth the raven, `Nevermore.'

`Be that word our sign of parting, bird or fiend!' I shrieked upstarting -
`Get thee back into the tempest and the Night's Plutonian shore!
Leave no black plume as a token of that lie thy soul hath spoken!
Leave my loneliness unbroken! - quit the bust above my door!
Take thy beak from out my heart, and take thy form from off my door!'
Quoth the raven, `Nevermore.'

And the raven, never flitting, still is sitting, still is sitting
On the pallid bust of Pallas just above my chamber door;
And his eyes have all the seeming of a demon's that is dreaming,
And the lamp-light o'er him streaming throws his shadow on the floor;
And my soul from out that shadow that lies floating on the floor
Shall be lifted - nevermore!

.

Ευχαριστούμε κ. Μπαν Κι Μουν

Κατά την ξενάγηση του στο μουσείο Ακροπόλεως ο Γ.Γ του ΟΗΕ εντυπωσιάστηκε και δήλωσε "Εσείς οι Ελληνες ήσασταν πάντα πρώτοι σε όλα!" προκαλώντας εθνική ανάταση στο ηθικό όλων των νεο-Ελλήνων. Αυτό που μας διέφυγε ήταν ο παρελθοντικός χρόνος του ρήματος και ή αυτονόητη ερώτηση πόσο καιρό πριν κ Γ.Γ ήμασταν πρώτοι σε όλα. Πόσο καιρό έχουμε που δεν είμαστε πρώτοι σε κάτι ( εκτός ίσως από τις πωλήσεις κινητών, διαφθορά στο κράτος κτλ ) .
Βέβαια το γεγονός πως ο άνθρωπος μιλάει για πολύ παλιά, κάτι σαν παραμύθι, in a land far far away, many millenniums ago.... φαίνεται από την απορία που του προξένησαν οι οικοδομικές επιγραφές από το Ερέχθειο όπου το γράμματα είναι ίδια με τα σύγχρονα. Εκεί στάθηκε και αναρωτιόταν ο άνθρωπος. Σου λέει ο ασιάτης ( όπως και οι περισσότεροι ξένοι ), μα πως γίνεται να χρησιμοποιούν αυτοί τα ίδια γράμματα και παρόμοια γλώσσα με τους Έλληνες; Άλλο πράγμα δεν είναι; Τώρα τι να του πούμε που απορεί, δικαιολογείται ο άνθρωπος. Εμείς;

Η είδηση εδώ

Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2009

Περί της Καταδίκης της Ιταλίας για την ύπαρξη σταυρού στις σχολικές αίθουσες

Διαβάζω εδώ και λίγες ημέρες παντού σχόλια για αυτήν την είδηση και σε μεγάλο βαθμό συμμερίζομαι την "χαρά" των περισσοτέρων που σε αυτήν την είδηση διαβλέπουν και μια οδό προς τον εκδημοκρατισμό και της ημετέρας πολιτείας που ακροβατεί ακόμα στα όρια με την θεοκρατία. Δεν θα κρατηθώ όμως και θα υπενθυμίσω πως ναι μεν καλό είναι να αποκαθηλώνονται τα σύμβολα που προκαλούν προβλήματα και δυστυχία το πιο σημαντικό είναι όμως πια είναι αυτά που θα πάρουν την θέση τους. Σίγουρα το "κενό" δεν είναι λύση. Τέτοια σκέφτομαι και μετριάζεται η αισιοδοξία μου .

Άλλος ένας μεγάλος μας αποχαιρέτησε - Claude Levi Strauss

«Παρατηρώ την τρομακτική εξαφάνιση ειδών της πανίδας και της χλωρίδας. Το ανθρώπινο είδος ζει σε ένα καθεστώς εσωτερικής δηλητηρίασης. Σκέφτομαι τον κόσμο στον οποίο τελειώνω τις ημέρες μου. Και δεν αγαπώ αυτόν τον κόσμο» Claude Levi Strauss .

Τάδε έφη ο πατέρας της σύγχρονης εθνολογίας μέγας ανθρωπολόγος Claude Levi Strauss σε μια τελευταία σπάνια συνέντευξη του πριν αποχωρήσει από αυτόν τον κόσμο. Πραγματικά στεναχωρήθηκα διαβάζοντας την είδηση του θανάτου ενός ακόμα μεγάλου διανοητή, έχω να θυμάμαι παρόμοια συναισθήματα από τον θάνατο του Καστοριάδη μόλις τον είχα ανακαλύψει και του J.P.Vernant μόλις συνειδητοποίησα πως δεν θα διάβαζα κάτι καινούργιο πια απο αυτόν. Και διαβάζοντας την παραπάνω του φράση αναρωτιέμαι πόσοι ακόμα μεγάλοι έμειναν σε αυτόν τον κόσμο να προσπαθούν με την σοφία τους να ανατρέψουν μια παράλογη πορεία.

Ανάμεσα στα πολλά ο Claude Levi Strauss εισήγαγε τον στρουκτουραλισμό ( ή δομισμό αν θέλετε ) όχι μόνο στην ανθρωπολογία αλλά στις κοινωνικές επιστήμες γενικότερα - με αποτέλεσμα να προκύψουν πληθώρα νέων οπτικών για πολυ-μελετημένα θέματα, αμφισβήτησε παγιωμένες ιδέες όπως της πρωτοκαθεδρίες του "δυτικού" πολιτισμού έναντι των άλλων, ή της αξιωματικής ανωτερότητας του ανθρώπου έναντι των άλλων έμβιων όντων, και γενικά θα έλεγα πως τελικά από την σύνθεση του έργου του με τις πιο κλασσικές απόψεις προέκυψε μεγάλο μέρος του μετα-μοντερνικού τρόπου θέασης στις κοινωνικές επιστήμες.

Οπωσδήποτε να διαβάσετε «Άγρια σκέψη» (Εκδ. Παπαζήση), «Ανθρωπολογία και μύθος» (Καρδαμίτσας), «Μύθος και νόημα» (Καρδαμίτσας).

Για την ειδησεογραφία και περισσότερες λεπτομέρειες καθώς και βιογραφικά στοιχεία εδω

Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2009

Επιστολή στον οικουμενικό Πατριάρχη απο το ΥΣΕΕ Αμερικής

Όταν πριν κάποιο διάστημα ο εν λόγω ορθόδοξος ιεράρχης είχε βγάλει όλη του την καφρίλα σε συγκέντρωση στον Όλυμπο, πολλοί ήταν αυτοί που είχαν μείνει άναυδοι από το μέγεθος και μόνο της καφρίλας που εξέφρασε όχι βέβαια πως δεν μας έχουν συνηθίσει σε τέτοια οι χο αξιωματούχοι. Σαν διαμαρτυρία τότε είχα δει μόνο ένα άρθρο στην Hελλήνων Λόγος εφημερίδα, και μια επιστολή του ΥΣΕΕ χωρίς να απευθύνεται κάπου, σαν εσωτερική κατανάλωση ένα πράγμα, η οποία ήταν κατ' εμέ μάλλον απογοητευτική. Σήμερα διάβασα όμως μια εξαιρετική από το ΥΣΕΕ Αμερικής που απευθύνεται στον πατριάρχη, την οποία και αναμεταδίδω .

ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ

ΠΡΟΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ
κ. Βαρθολομαίο

«... έχει περάσει εις τήν ψυχήν τού λαού τό οριστικόν τέλος τής θλιβεράς παρενθέσεως τής ειδωλολατρίας , παρά τάς κωμικάς οψίμους προσπαθείας ορισμένων νά εγείρουν εσχάτως θέμα αναβιώσεως τής, ως τήν ονομάζουν, «Θρησκείας των Ελλήνων».

«Οι Έλληνες έχουν Θρησκείαν! Όχι το ουδέποτε υπάρξαν δωδεκάθεον, αλλά Θρησκείαν αληθινήν, μεμαρτυρημένην, ζώσαν, ... Μέ αυτήν την αγίαν Πίστιν του Χριστού πορεύονται τας τελευταίας δύο χιλιετίας και δοξάζονται εν τω φωτί του Ευαγγελίου όσον ολίγα έθνη της γής!»

-τμήμα ομιλίας σας στήν Μονή Αγίας Τριάδος Σπαρμού, Σεπτέμβριος 2009

Οι πρόσφατες δηλώσεις σας στό ιερόν όρος τού Ολύμπου ουδεμία έκπληξη μάς προκαλούν καθότι τό χριστιανικό δόγμα πού εσείς εκπροσωπείτε ανέκαθεν μισούσε καί απεστρέφετο κάθε τι τό ΕΛΛΗΝΙΚΟ.
Είναι προφανής επίσης ο εκνευρισμός σας γιά τήν αναβίωση τής Θρησκείας των Ελλήνων (γιατί άραγε νά μιλάτε, εν εκτάσει, γιά κάτι πού δέν υφίσταται;) αλλά και η έκδηλη ανησυχία σας για την επερχόμενη Επανελλήνηση πού θα σήμαινε την ολοκληρωτική απόρριψη τού χριστιανισμού ως στοιχείο αλλότριο και εχθρικό προς τον Ελληνισμό.

Θεωρούμε αστείο να αναλώσουμε τον χρόνο μας σε άκαρπη αντιπαράθεση ως προς το πια είναι η «αληθινή και ζώσα θρησκεία». Μπορούμε όμως να συγκρίνουμε την οποιαδήποτε συνεισφορά, η μη, των δύο θρησκειών, στον Ελληνισμό και στον παγκόσμιο πολιτισμό. Η «θλιβερή παρένθεση» όπως υποτιμητικά αποκαλείτε την Θρησκεία των Ελλήνων, αποτέλεσε αναπόσπαστο στοιχείο στην δημιουργία τού θαύματος τού Ελληνικού Πολιτισμού με δημιουργία παγκοσμίων μνημείων, όπως ο αφιερωμένος στην Θεά Αθηνά Παρθενώνας, και διαχρονικών θεσμών όπως οι Ολυμπιακοί αγώνες προς τιμήν τού Ολυμπίου Διός.

Άραγε ποιούς βωμούς υπερασπίζονταν οι Έλληνες στους ιερούς αγώνες τους εναντίον των Περσών στον Μαραθώνα στις Θερμοπύλες στη Σαλαμίνα και στις Πλαταιές όταν πολεμούσαν «υπέρ βωμών και εστιών»;

Η Ελληνική Πατρώα Θρησκεία ουδέποτε αποτέλεσε τροχοπέδη στην ανάπτυξη τής ανθρώπινης σκέψης και διανόησης όπως διαφαίνεται μέσα απ’ τα συγγράμματα τού Ξενοφάνη, Πλάτωνα, Πρωταγόρα, Ευριπίδη, Αριστοτέλη, Επίκουρου και άλλων—όσα συγγράμματα τουλάχιστον διασώθηκαν από την χριστιανική πυρά.

Αντιθέτως, τα μόνα πού έχει να επιδείξει ο χριστιανισμός είναι καταστροφές αναρίθμητων βιβλιοθηκών (όπως τής Αλεξανδρείας και Αντιοχείας) το κλείσιμο όλων των φιλοσοφικών σχολών (όπως τής Ακαδημίας τού Πλάτωνα στην Αθήνα), την κατάργηση των Ολυμπιακών Αγώνων, τις ιερές εξετάσεις (βυζαντινή και μεταγενέστερη Καθολική) και την σκοτεινή εποχή τού Μεσαίωνα.
Το όψιμο πατρικό ενδιαφέρον σας για τούς Έλληνες («παλαιών» και «νέων» χωρών άραγε;) δεν συμβαδίζει με την πατερική παράδοση και διδασκαλία των προκατόχων σας. Θέλετε μήπως να πιστέψουμε πώς αγνοείτε τα κείμενα τόσων θεολόγων σας; Αγνοείτε τα εγκώμια που πλέκει ο Γρηγόριος Νανζιανζηνός στην μητέρα του, για το ότι δεν μόλυναν τα αυτιά της Ελληνικά τραγούδια, τα χείλη της δεν φίλησαν Ελληνικά χείλη, αλλά ούτε και αυτό το αλάτι δεν μοιραζόταν με Έλληνες; (Επιτάφιος εις τον Πατέρα παρόντος Βασιλείου). Αγνοείτε το γεγονός ότι στις 25 Ιανουαρίου τον υμνείτε στις εκκλησίες σας γιατί σύμφωνα με εσάς «εξήρανε την μωρίαν των Ελλήνων και το ψεύδος»; Αγνοείτε μήπως τον Ιωάννη τον αποκαλούμενο Χρυσόστομο που στην ομιλία του για την επιστολή τού Παύλου στους Εφεσίους βγάζει όλη του την «μεγάλη αγάπη» για τον Ελληνισμό αποκαλώντας όλους τους Έλληνες φιλοσόφους ανάξιους και σκύλους και την φιλοσοφία τους άχρηστη; Η μήπως πάλι αγνοείτε τα λόγια του προκατόχου σας Γεννάδιου Σχολάριου που συγχαίρει σε επιστολή του, ευγενή της Πελοποννήσου, για την εκτέλεση του ελληνιστή Ιουβενάλιου μαθητή του Πλήθωνα Γεμιστού: «Χαίρε στρατιώτα Χριστού και τής αυτού δόξης υπέρδικε, χαίρετε ώ μακάριαι χείρες.... τούς γούν δυσσεβείς και αλάστορας Ελληνιστάς καί πυρί καί σιδήρω καί ύδατι καί πάσι τρόποις αξαγαγατέτης παρούσης ζωής ράβδιζε, είργε, είτα γλώσσαν αφαίρει, είτα χείραν απότεμνε, καί άν ούτω μένει κακός, θαλάττης πέμπε βυθώ» (Σ. Λάμπρου, Παλαιολόγια-Πελοποννησιακά
, τόμος 2).

Και αν υποτεθεί ότι αυτά ανήκουν σε παλαιότερες εποχές, τότε τι να πούμε για τον Γρηγόριο τον Ε΄ πού αφόρισε την Ελληνική Επανάσταση τού 1821 ή για την «Πατρική Διδασκαλία» τού πατριάρχου Ιερουσαλήμ Άνθιμου (εκδ. Κων/πολη 1798) όταν καλούσε τούς Έλληνες «να κλείσουν τ’αυτιά τους ... εις τάς νεοφανείς ελπίδας τής ελευθερίας» (δηλαδή, στην επερχόμενη Ελληνική Επανάσταση!) και να υπακούσουν «εις τά ρητά τής θείας γραφής καί τών αγίων αποστόλων» πού προστάζουν την υποταγή «εις τας υπερέχουσας αρχάς» (δηλαδή, στους κατακτητές Τούρκους!).

Ο χώρος είναι πολύ περιορισμένος για να εκθέσει κανείς τις «αγαθοεργίες» του χριστιανισμού έναντι του Ελληνισμού σε μια σχετική έκταση. Με αυτά άλλωστε, θα ασχοληθεί η Ιστορία. Όχι αυτή πού ελέγχετε μέσω τού εναγκαλισμού σας με το Ελληνικό κράτος, αλλά η ανεξάρτητη πού βασίζεται στις αρχές τής επιστημονικής έρευνας και δεοντολογίας. Τα κείμενα πού μέχρι πριν λίγα χρόνια αποσιωπούσατε επιμελώς, έχουν αρχίσει να διαρρέουν και όλο και περισσότερος κόσμος έχει την δυνατότητα να σχηματίσει άποψη για την αληθινή ιστορική διαδρομή τού Ελληνισμού και τού χριστιανισμού.

Όπως, προείπαμε, ο χώρος εδώ δεν ενδείκνυται για εκτενείς ιστορικές αναλύσεις. Γι’ αυτό θα θέλαμε να σταθούμε λίγο στον τόνο τής ομιλίας σας. Η αλαζονική και ειρωνική αναφορά σας σε «κωμικές προσπάθειες» αναβίωσης τής Θρησκείας των Ελλήνων, σίγουρα δεν συμβαδίζει με την υποτιθέμενη ευαισθησία και σεβασμό πού θα πρέπει να επιδεικνύει ένας θρησκευτικός ηγέτης έναντι σε μία άλλη θρησκεία, ειδικότερα όταν στην περίπτωσή σας επικαλείσθε αυτήν την έλλειψη σεβασμού από το Τουρκικό κράτος προς την δική σας Εκκλησία και Θρησκεία. Αυτή η χρήση των δύο μέτρων και δύο σταθμών μάλλον υποδηλώνει το μέγεθος τής χριστιανικής ΥΠΟΚΡΙΣΙΑΣ επί δύο χιλιετίες.

Σάς απευθύνουμε τα εξής ερωτήματα και σάς πληροφορούμε ότι έχουμε ήδη προνοήσει ώστε οποιαδήποτε τυχόν απάντησή σας (προσωπική ή επίσημη δια τού Πατριαρχείου) να δημοσιευθεί στο ίδιο βήμα με έξοδα δικά μας και άνευ κόστους για σάς:

1. Είναι αλήθεια ή όχι ότι μέχρι σήμερα η θρησκεία πού εσείς εκπροσωπείτε υβρίζει και συκοφαντεί τούς Έλληνες με αφορισμούς την Κυριακή τής Ορθοδοξίας;

2. Πότε έγινε η επίσημη μεταστροφή τής Εκκλησίας σας στον ορισμό τού τι εστί Έλληνας αφού συλλήβδην εξυβρίζατε για αιώνες τούς Έλληνες ως «ειδωλολάτρες», «παγανιστές», «μυαρούς», «σκύλους», «ανήθικους» και με τόσα άλλα κοσμητικά επίθετα;

3. Συμφωνείτε ή όχι με τον Ευσέβιο Καισαρίας πού στην Ευαγγελική του Προπαρασκευή ισχυρίζεται πώς τα πάντα οι Έλληνες φιλόσοφοι τα έκλεψαν απ’ τούς Εβραίους και τούς άλλους (όπως τούς αποκαλεί) βαρβάρους;

4. Πού διαφαίνεται το περίφημο «πάντρεμα και συμπόρευση» τού Ελληνισμού με τον χριστιανισμό, μέσα στα πατερικά κείμενα, όταν σ’ αυτά βρίσκει κανείς έναν οχετό ύβρεων κατά των Ελλήνων και τού Ελληνικού πολιτισμού γενικότερα;

5. Το 1970 ο καγκελάριος τής Γερμανίας Βίλλυ Μπράντ ζήτησε γονατιστός συγνώμη στο Γκέτο τής Βαρσοβίας, από τα θύματα τού Ναζισμού. Πιο πρόσφατα, ο Πάπας ζήτησε με τη σειρά του συγνώμη για τα εγκλήματα τού Καθολικισμού στην Λατινική Αμερική. Εσείς, αλήθεια, πότε θα ζητήσετε ταπεινά συγνώμη για τα απίστευτα εγκλήματα πού διέπραξε η Εκκλησία σας κατά των Ελλήνων ανά τούς αιώνες;

Με ανυπομονησία για την τυχόν απάντησή σας,



Γιά τήν Γραμματεία τού Υπάτου Συμβουλίου Ελλήνων Εθνικών Αμερικής,

Ντίνος Μαλλιαρός


ΥΓ: Ντίνο μόνο ένα λάθος. Επανελλήνιση; Μην χρησιμοποιείς τέτοιες λέξεις αγαπητέ :-)